Μερωνιανά πένθη
(Αντί Μνημοσύνου )
______ΓΙΑΓΙΑ ΕΛΕΝΗ______
(σ.σ πρόκειται για την Ελένη χα Στεφάνου Βαμιεδάκη που πέθανε στην Αθήνα την 10/7/2011)
H γιαγιά μου ή το Λενάκι όπως τη φώναζα και δεν της άρεσε καθόλου, ένας άνθρωπος δυνατός, περήφανος με ισχυρή προσωπικότητα και βούληση, μα πάνω απ` όλα φιλόξενος και γενναιόδωρος.Ένας άνθρωπος που το σπίτι της και η αυλή της ήταν πάντα ανοιχτό με τα θρυλικά τραπέζια και τα γλέντια που έκανε, ακούραστη να περιποποιηθεί, να φιλοξενήσει και να ευχαριστήσει τον άλλο.Ένας άνθρωπος που σεβόταν τον κόπο και τον μόχθο του άλλου, γενναιόδωρος στους ανθρώπους που είχαν δουλέψει γι ` αυτήν. Ήθελε το πορτοφόλι της να είναι γεμάτο όχι για εκείνη αλλά για τους άλλους,για να κάνει την “ανθρωπιά” της όπως έλεγε.
Ένας άνθρωπος που πονούσε τον άλλο και ήξερε με τον μοναδικό της τρόπο να τον βοηθήσει, να του προσφέρει και να του συμπαρασταθεί. Δεν θα ξεχάσω πως ακόμη και στο τέλος, ανήμπορη καθώς ήταν νοιαζόταν για τις γυναίκες που ήταν μαζί της. Γυρνούσε και με ρωτούσε: “Tούτη εδώ έφαγε πράμα;”
Μια γιαγιά που είχε προσφέρει τα πάντα στα εγγόνια και στα παιδιά της. Θυμάμαι που της έλεγα “Eίσαι το καλύτερο γιαγιαδάκι του κόσμου” και έτσι πάντα θα τη θυμάμαι. Μια μάνα περήφανη για τα παιδιά που ανέθρεψε. Τη θυμάμαι να κάθεται στωΐκά στο καρεκλάκι της στην ταράτσα στον Μέρωνα να αγνατεύει τον Ψηλορείτη και να μου λέει γεμάτη περηφάνια και αγάπη: “Eγώ τί έχω στον κόσμο; Δυο κοπέλια το Νότη μου και την Μαρία μου”.
Μια γυναίκα άξια, αρχόντισσα, έξυπνη και σοφή. Άνθωπος της βιοπάλης, είχε μάθει από μικρή να αγωνίζεται και να παλεύει και τίποτα δεν της είχε χαριστεί. Δούλεψε πολύ σκληρά από μικρό παιδί και κατάφερε να διατηρήσει και να αυξήσει μια περιουσία, όχι για να τη δείχνει στον κόσμο, γιατί ήταν πάντα ταπεινή, αλλά γιατί ήθελε να υποστηρίζει τα παιδιά και τα εγγόνια της.
Ακόμη και στα τελευταία της που το κορμί της την είχε εγκαταλείψει και υπέφερε, τη θαύμαζα για το ψυχικό σθένος και τη δύναμη της καρδιάς της να αντιστέκεται και να παλεύει με όλο της το είναι για τη ζωή ακόμη και να παρασύρεται απο το ρυθμό και να αρχίζει να τραγουδά και εκείνη τα τραγούδια που της έλεγε η μάνα μου για να της απαλύνει τον πόνο.
Παρά την ακινητοποίηση της στο κρεβάτι, η παρουσία της στο σπίτι μας, μας θύμιζε τις χαρούμενες και ευτυχισμένες στιγμές που περάσαμε μαζί, όχι μόνο στις γιορτές αλλά και καθημερινά είτε στον Μέρωνα είτε στην Αθήνα.
Ξέρω οτι η γιαγιά μου, η γιαγιά μου η Ελένη, με τα ροδοκόκκινα μάγουλα και τα μπλάβα μάτια έφυγε ευτυχισμένη έχοντας λάβει τόση αγάπη και τόση αφοσίωση οσή πραγματικά της άξιζε από τα παιδιά και τα εγγόνια της, που ξέρω οτι τώρα θα μας κοιτάζει και θα μας προσέχει από ψηλά.
Η εγγόνη σου,
Αναστασία
(σ.σ πρόκειται για την δικηγόρο Αναστασία Παυλή κόρη της Μαριώς Στεφάνου Βαμιεδάκη και του Γιώργου Παυλή)