Γριούλα δεν γνωρίζει ούτε γιατρούς ούτε φάρμακα και ίσως να είναι και 110 χρόνων
Αναδημοσίευση από : madeincreta.gr
Δίπλα στο ιερό πρόσωπο της ζωής ο γιός της, αριστερά, Τάσος και οι γείτονες της Θεοδοσία και Πολυχρόνης Σαββάκης
Με ακρίβεια δεν γνωρίζει ούτε και η ίδια η Γαρυφαλλιά Κουρκουλού-Μιχαλάκη στην εύφορη γη του Πατσού Αμαρίου, το χρόνο που γεννήθηκε! Στην αστυνομική της ταυτότητα, επισήμως μπορεί, ημερομηνία και χρόνος γέννησής της να αναφέρεται «η 23 Μαρτίου 1911», όμως, οι αναφορές που είχαν δοθεί από παλαιότερους την προσδιορίζουν, άλλες στο 1908 και άλλες στο 1905 και το σίγουρο είναι ότι αυτή «η γιαγιά τώρα και μερικά χρόνια έχει υπερβεί κατά πολύ τον αιώνα». Τότε, άλλωστε, οι εγγραφές κάθε νεογέννητου γίνονταν στα δημοτολόγια ή από πληροφορίες ή κατ’ εκτίμηση! Και πώς να μην έχει σπάσει αυτό το ρεκόρ ζωής όταν τα παιδιά της… γέρασαν ήδη και ο Γιώργος πέρασε τα 80, η Αριάδνη τα 70 και ο Τάσος τα 60; Η πορεία της συνεχίζεται ήρεμα χωρίς διακοπή σαν… αέρας, και εκείνο που μένει ισχυρό σημάδι στη μνήμη της είναι ότι «το Γιώργη μου τον έκαμα όντε-ν-εβγαίνανε τα κεράσα…»
Ούτε και η ίδια μπορεί να αποδώσει τα αίτια του… πρωταθλητισμού της στη μακροζωία, γιατί «μόνο ο Θεός γατέχει γιάντα ζω τόσα χρόνια». Το βέβαιο, ωστόσο, είναι ότι η πρώτη ηλικιακά στην ευρύτερη περιοχή και ίσως και στην Κρήτη σεβαστή γιαγιά, χωρίς να ακολουθεί «ιδιαίτερους τρόπους διατροφής» και να αλλάζει «αυτά που έμαθε σ’όλο το βιό της» τρέφεται όπως τρέφονταν όλα της τα χρόνια μέσα στα βάσανα και στον καθημερινό αγώνα, «με τα συνηθισμένα που έτρωγα από μικρή».

Φαίνεται να έχει χάσει το… λογαριασμό των χρόνων της η Γαρυφαλλιά Κουρκουλού-Μιχαλάκη στον Πατσό
ΜΙΑ ΖΩΗ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Αλλά η ζωή της όλη πέρασε διά πυρός και σιδήρου! «Ζούσε στο ναυάγιο του Τιτανικού», ήταν κοριτσάκι στους Βαλκανικούς πολέμους, μεγάλωνε μέσα στα πελώρια κύματα της προσφυγιάς που έφταναν από τη Μικρά Ασία κι ύστερα πέρασε στην ψυχή της το σύνολο των γεγονότων που καθόρισαν τη σύγχρονη ιστορία του τόπου, δικτατορίες, πόλεμοι, κατοχή, εμφύλιος και όλα τα εθνικά γεγονότα που έκριναν τη μοίρα του. Τούτες οι «μπόρες που ένιωσα στο πετσί μου έκαμαν το κορμί μου να αντέξει» και έφτασε σήμερα, στη… δύση της, να γευτεί και τον οικονομικό στραγγαλισμό του πληθυσμού, χωρίς, όμως, η ίδια να σκιάζεται από τις δυσκολίες επιβίωσης που, έτσι κι αλλιώς, είναι μέρος της υπεραιωνόβιας διαδρομής της…
Νοσταλγεί τα… μαρτύριά της και μέχρι πριν ένα χρόνο έσκαβε και φύτευε! Ακόμα και σήμερα τα φάρμακα «που γράφουν οι γιατροί» δεν τα… γνωρίζει και μόνο «η αναιμία λόγω των χρόνων της ίσως, την ταλαιπωρεί». Η κάθε αρρώστια, της μετέδωσαν οι προηγούμενοί της, «έχει και το βοτάνι της» και «η φύση ήταν ο γιατρός μου». Αλλά μπήκε και στα… χωράφια της ιατρικής ως πρακτικός ορθοπεδικός της εποχής από τα νιάτα της και μετά, και θεράπευσε με τους παραδοσιακούς τρόπους της λαϊκής ορθοπεδικής που της είχαν διδάξει, μεγάλο αριθμό συγχωριανών της και ανθρώπων από τα άλλα χωριά που είχε απλωθεί η φήμη της, και υπόφεραν από «σπασίματα και κατάγματα στα χέρια και στα πόδια».

Συχνά βρίσκεται κοντά στη μάνα του ο γιός της Τάσος
ΑΠΟ ΤΑ ΣΦΑΚΙΑ…
«Έχουνε μένα τα μάτια μου θωρώντα κόσμο!», λέει από τότε που είδε το φως της ζωής. «Οι πρόγονοί μου ήτονε απού τα Σφακιά», γνωρίζει για την καταγωγή της,«και ήρθανε στο Σπήλι. Ήτανε Κουρκουλοί κι άμα φύγανε οι Τούρκοι από ‘παέ, όπως κι άλλοι απού το Σπήλι, ήρθανε στα «Γιοματικά» και πήρανε τσι περιουσίες τωνε. Επαντρευτήκαμε με τον άντρα μου το Μανώλη Μιχαλάκη και δουλεύαμε στα χωράφια για να ζήσομε το σπίτι και τα κοπέλια μας. Είχαμε το άλογό μας, τσι κατσίκες μας…»
Το φορτίο της ζωής της βιολογικά μπορεί να την έχει λυγίσει, όμως, παραμένει ήρεμη και διατηρεί ακμαίες τις αισθήσεις της και την ψυχολογική της ισορροπία. «Είναι βολικό και αθόρυβο άτομο και τρέφει μια υπερβολική αγάπη στα ζώα», σημειώνει ο γιός της Τάσος, που την επισκέπτεται συχνά από την πόλη του Ρεθύμνου που διαμένει για να την φροντίσει και να πάρει… οξυγόνο από την εμπειρία και τη σοφία της. Διαπιστώνει η ίδια ότι «πάμε από το κακό στο χειρότερο, ούλα ρήμαξαν και δεν φυτεύουν τα περιβόλια».