(Του ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ Κ. ΑΚΟΥΜΙΑΝΑΚΗ )

Αποδέχθηκα με συγκίνηση και βαθιά αίσθηση χρέους προς τους μάρτυρες των χωριών του Κέδρους, την τιμητική πρόσκληση της Δημοτικής Αρχής και της Τοπικής Κοινότητας Γερακαρίου, να ιστορήσω τα διαγενόμενα σε αυτό τον μαρτυρικό τόπο, την αποφράδα εκείνη ημέρα, την  Τρίτη 22 Αυγούστου του 1944. Γνωρίζω ότι, όσα ξεκίνησαν να συμβαίνουν στο χωριό μας εκείνο το αυγουστιάτικο χάραμα, δεν είναι δυνατόν να περιγραφούν με ευκρίνεια, σαφήνεια και ζωντάνια στο στενό πλαίσιο μιας ολιγόλεπτης ομιλίας. Όμως -με τη δική σας συγκατάθεση- θα αποτολμήσω αυτό το εγχείρημα,  αφενός μεν, με αίσθημα σεβασμού κι ευγνωμοσύνης στους ηλικιωμένους, οι οποίοι βίωσαν τα δραματικά εκείνα γεγονότα και βρίσκονται σήμερα εδώ, ανάμεσά μας, αφετέρου δε με ιδιαίτερη προσοχή και συναίσθηση ευθύνης προς τους νεότερους, οι οποίοι πρέπει να γνωρίζουν τα όσα συνέβησαν για να μάθουν την αλήθεια, να κατανοήσουν την ιστορία και να εκτιμήσουν την αξία του υπέρτατου αγαθού της ελευθερίας, η οποία ποτέ και για κανέναν λαό, δεν υπήρξε δεδομένη κι αυτονόητη.

Από το 1933 στο τιμόνι της ηττημένης Γερμανίας του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, βρίσκεται ένας δεκανέας, ο οποίος αποτέλεσε την πιο αμφιλεγόμενη ίσως προσωπικότητα της παγκόσμιας σύγχρονης ιστορίας. Η Γερμανία έχει κληθεί μετά την ήττα της να καταβάλλει δυσβάστακτες αποζημιώσεις. Έχοντας επενδύσει ο Hitler στον αντισημιτισμό και στην ξενοφοβία, οραματίζεται ένα χιλιόχρονο Ράιχ που θα κυριεύσει και θα εκπολιτίσει όλο τον κόσμο. Ένα λαό διαλεγμένο με βάση τη φυλή και το αίμα, στον οποίο οι υπόλοιποι λαοί είναι υποχρεωμένοι να εκχωρήσουν «ζωτικό χώρο» για να αναπτυχθεί. Ονειρεύεται την αναβίωση της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους ως συνεχιστής του Kaiser. Έτσι, αναίτια και απροσχημάτιστα, το 1939,  ξεκινά ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος.

Τα αντίποινα των Γερμανών στην Ελλάδα κατά τους πρώτους μήνες της κατοχής και τουλάχιστον ως τον Οκτώβρη του 1941,  είχαν ως στόχο την τρομοκράτηση του ελληνικού πληθυσμού και την πάταξη της δράσης των πρωτοεμφανιζόμενων αντιστασιακών ομάδων. Σε μια δεύτερη φάση που ξεκινά από την Άνοιξη του 1943 και διαρκεί μέχρι την αποχώρησή των Γερμανικών στρατευμάτων, τα αντίποινα παίρνουν τη μορφή εκκαθαριστικών επιχειρήσεων με σκοπό την ερήμωση και τον αφανισμό των χωριών εκείνων που αποτέλεσαν πηγές στρατολόγησης, καταφύγια συμμάχων, ορμητήρια αντιστασιακών και πηγές εφοδιασμού των ομάδων της αντίστασης. Από το καλοκαίρι του 1944, είναι πλέον εμφανή τα σύννεφα της ήττας στη ναζιστική Γερμανία, η οποία χάνει έναν  πόλεμο που η ίδια έχει προκαλέσει και  έχει ήδη αιματοκυλίσει την Ευρώπη.  Οι Γερμανικές στρατιές αποχωρούν σκοτώνοντας και υποχωρούν καίγοντας.

Κι ενώ οι δυνάμεις του Άξονα -η ναζιστική Γερμανία του Hitler, η φασιστική Ιταλία του Μουσολίνι & η ιμπεριαλιστική Ιαπωνία του Χιροχίτο- έχουν ηττηθεί κατά κράτος από τους συμμάχους,  ο Γερακάρης και άλλα επτά χωριά γίνονται εύκολη λεία στις άγριες εκδικητικές διαθέσεις των Γερμανικών στρατευμάτων: οι Γουργούθοι, το Καρδάκι, οι Βρύσες, ο Σμιλές, οι Δρυγιές, το Άνω -Μέρος και η Κρύα Βρύση της τότε Επαρχίας Αγίου Βασιλείου.

Θα επιχειρήσω με λακωνικό τρόπο να αφηγηθώ  το ιστορικό της περικύκλωσης του χωριού μας, του ξεδιαλέγματος του άρρενος πληθυσμού, την απομάκρυνση ηλικιωμένων, γυναικών και  παιδιών, την εκτέλεση, τη λεηλασία, την πυρπόληση, τον ξεριζωμό, τη βεβήλωση, την ιεροσυλία και την απόλυτη ισοπέδωση σε σημείο τέτοιο ώστε να μην υπάρχει λίθος επί λίθου κατά την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων.

Το χωριό μας, κυρίες και κύριοι, βρέθηκε κυκλωμένο από τα Γερμανικά αποσπάσματα τα ξημερώματα της 22ας Αυγούστου, ενώ όλος σχεδόν ο πληθυσμός του, κοιμόταν ανυποψίαστος στα σπίτια του. Ένας περίεργος εφησυχασμός και μια ψυχική ευφορία καλλιεργούμενη από μυθεύματα περί λήξης του πολέμου, είχε οδηγήσει το προηγούμενο βράδυ τους περισσότερους άνδρες να διαμείνουν στα σπίτια τους, κάτι που δεν συνέβαινε μέχρι τότε, όχι τουλάχιστον σε καθημερινή βάση. Τίποτε απολύτως δεν προμήνυε τον όλεθρο που θα  ακολουθούσε. Οι Γερμανοί εισέβαλλαν στο χωριό με εκπληκτική άνεση και χωρίς το παραμικρό ίχνος αντίστασης. Η εισβολή έγινε τα ξημερώματα ταυτόχρονα από δύο σημεία: από το Σπήλι και από τις Ελένες. Στη θέση «Φούντωμα» κατευθύνεται εκείνο το χάραμα ο Νικόλαος Ταταράκης του Γεωργίου, που ως υδρονομέας πηγαίνει να «δέσει το νερό», αλλά γίνεται αντιληπτός από γερμανό στρατιώτη, ο οποίος τον εκτελεί χωρίς δισταγμό, από σχετικά μακρινή απόσταση. Τρείς συγχωριανοί μας βλέπουν την εκτέλεση και παγώνουν. Ο Απόστολος Δασκαλάκης του Κυριάκου, ο Γεώργιος Κοκονάς του Ιωάννη και ο Μιχαήλ Ταταράκης του Ευαγγέλου. Οπισθοχωρούν σοκαρισμένοι, αντιλαμβανόμενοι πως ο κλοιός είναι πλέον ασφυκτικός, μια και εκτείνεται αδιάσπαστα σε μήκος  μιας θανάσιμης περιμέτρου, από τον  Ελενιανό Ποταμό μέχρι τις βορινές παρυφές του Κέδρους.

Αρχίζει να ξημερώνει. Στο Μεσοχώρι δυο νέοι του χωριού μας, ο Εμμανουήλ Γιαννακουδάκης, 23 ετών και ο Ευστράτιος Στρατιδάκης, 22 ετών, επιχειρούν να διασπάσουν τον κλοιό. Γίνονται όμως αντιληπτοί από γερμανούς στρατιώτες και ο δεύτερος πετάει βιαστικά το όπλο του. Ο μεταλλικός ήχος του όπλου οδηγεί τους Γερμανούς στρατιώτες στην ανεύρεσή του κι αφού οδηγούν τους δύο νέους στην πλατεία του χωριού, τους εκτελούν εν ψυχρώ πυροβολώντας τους εξ επαφής με το όπλο αυτό, στο πίσω μέρος του κεφαλιού, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των συγχωριανών τους. Μάλιστα η τραγική μητέρα του Στρατιδάκη ήταν παρούσα μαζί με τα συγκεντρωμένα  γυναικόπαιδα στην εν ψυχρώ εκτέλεση του γιού της. Οι θρήνοι και οι κατάρες της μητέρας και των άλλων γυναικών θορύβησαν τους Γερμανούς, οι οποίοι έστρεψαν εναντίον του πλήθους τα πολυβόλα και διέταξαν σιγή με την απειλή της ποινής του άμεσου τυφεκισμού. Κατόπιν ανακοίνωσαν ότι το χωριό -όπως και τα γειτονικά- θα τιμωρηθεί, διότι κατά τη διέλευση του αντάρτικου αποσπάσματος που είχε απαγάγει το Στρατηγό Κράιπε τον περασμένο Απρίλιο, δεν έσπευσαν να ειδοποιήσουν σχετικά τις γερμανικές αρχές. Η απαγωγή του Γερμανού Στρατηγού ήταν μόνο η αφορμή που οι Γερμανοί έψαχναν για να δαμάσουν το θανάσιμο μίσος τους και να κοπάσουν τη  δίψα τους για αίμα.  Η βασική αιτία της θηριωδίας τους υπήρξε το γεγονός, ότι γνώριζαν πως  όλη η περιφέρεια του Κέντρους αποτελούσε καταφύγιο για τους Βρετανούς κατασκόπους. Ήξεραν ότι οι κάτοικοι των χωριών της  ρίζας του Κέντρους πρόσφεραν περίθαλψη στους συμμάχους, διοχέτευαν πληροφορίες στους αντάρτες και φυγάδευαν στη Μέση Ανατολή δραπέτες από τα γερμανικά κέντρα κράτησης αιχμαλώτων. Ήταν ασφαλώς ενημερωμένοι ότι οι σύμμαχοι είχαν σταθεροποιήσει τις θέσεις τους στα διάφορα μέτωπα. Ο Διοικητής του Φρουρίου Κρήτης Μίλλερ, με την εκκαθαριστική επιχείρηση στα χωριά του Κέντρους προσέθετε άλλο ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας στη χώρα του και μια ακόμη περγαμηνή φρικαλεότητας στον ατομικό του φάκελο. Η εκκαθαριστική επιχείρηση σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε αστραπιαία χωρίς τον παραμικρό δισταγμό, όντας ενιαία και για τα οκτώ χωριά του Κέδρους.

Μετά την εκτέλεση των δύο νέων προστάζουν τα παγωμένα από το φόβο γυναικόπαιδα να επιστρέψουν στα σπίτια τους και πάρουν ότι μπορούσαν μαζί τους, επειδή θα έκαναν ένα ταξίδι σαράντα χιλιομέτρων. Ενημέρωσαν επίσης ότι κάθε οικογένεια μπορούσε να πάρει μαζί της ένα κατοικίδιο ζώο. Οι Γερμανοί προτρέπουν τις γυναίκες να βγάλουν από τα σπίτια τα πολυτιμότερα πράγματά τους, και να τα συγκεντρώσουν σε σορούς σε προκαθορισμένα μέρη, δήθεν για να σωθούν από την επικείμενη καταστροφή, στην πραγματικότητα όμως αυτό γίνεται για να διευκολυνθεί το πλιάτσικο. Μετά αφού ελέγχουν και διασταυρώνουν την ταυτότητα των ανδρών- ρωτώντας  ξεχωριστά και κρυφά τρία άτομα- τους αναγκάζουν να καθίσουν σταυροπόδι σε κατηφορικό έδαφος με τα νώτα προς την κατωφέρεια, για να δυσχεράνουν τυχόν απόπειρα διαφυγής τους. Τέλος αφού ξεχωρίζουν τους ηλικιωμένους και τους υποχρεώνουν να ακολουθήσουν τα γυναικόπαιδα, κρατούν 36 άνδρες για εκτέλεση, και τους υπόλοιπους 75 περίπου, μαζί με 50 γυναίκες, οδηγούν στο Μέρωνα και στο Ρέθυμνο, όπου και τους φυλακίζουν για τρεις περίπου εβδομάδες.

Έχουν συγκεντρώσει τους άρρενες κατοίκους στο μισοτελειωμένο σπίτι του Νικολάου Τζωρτζάκη από τις 9.00 το πρωί. Αμέσως μετά την απομάκρυνση του αμάχου πληθυσμού, γύρω στις  12.00΄ το μεσημέρι, άρχισε η εκτέλεση των 36. Τους έφερναν δεμένους ανά δύο μέσα στο σπίτι που βρισκόταν σε αυτό εδώ το σημείο. Στιγμιαία υπήρξαν ελπίδες για ανταλλαγή και διάσωση των κρατουμένων. Ακούστηκαν κάποιοι ψίθυροι για αναστολή της εκτέλεσης. Γρήγορα, όμως, όλα αυτά διαψεύστηκαν. Σκέψεις που έγιναν από τους κρατούμενους για μαζική έφοδο και διαφυγή τους, υποχώρησαν μπροστά στην τραγική βεβαιότητα των αντιποίνων που θα έκαναν οι Γερμανοί σε βάρος των παιδιών τους και των συζύγων τους. Είπαν ότι είναι προτιμότερο να πεθάνουν αυτοί παρά τα παιδιά τους. Η απόφαση αυτή δεν τέθηκε καν ως δίλλημα. Ήταν για αυτούς απλά αυτονόητη.

Το πολυβόλο στήνεται ψυχρά από τους Γερμανούς μπροστά στην εξωτερική πόρτα του μπροστινού δωματίου, ενώ οι μελλοθάνατοι τοποθετούνται στο πίσω μέρος του, μπροστά από την πόρτα που οδηγούσε στο δεύτερο δωμάτιο. Στέκονται ανά ζεύγη μπροστά στο θάνατο αγέρωχοι και με ένα αξιοζήλευτο επίπεδο πολιτισμού, χωρίς κλάματα, χωρίς μετάνοιες, χωρίς παρακλήσεις. Γελούν και φτύνουν τους εκτελεστές τους. Μετά από κάθε διπλή εκτέλεση οι νεκροί σύρονται και ρίχνονται στο πίσω δωμάτιο για να ακολουθήσει νέα δυάδα. Όταν τελείωσε η εκτέλεση των 18 ζευγών, οι Γερμανοί χωρίς  ίχνος σεβασμού στους νεκρούς και αδιαφορώντας για τις διεθνείς συνθήκες και το δίκαιο του πολέμου, έριξαν βενζίνη και έκαψαν το κτίσμα που βρισκόταν σε αυτό το σημείο, μαζί με τα άψυχα κουφάρια των συγχωριανών μας. Στη συνέχεια, ανατίναξαν το σπίτι με δυναμίτη καταπλακώνοντας και διαμελίζοντας τα κορμιά των ηρώων μας.

Ακολουθεί γενική λεηλασία του χωριού από τους ένστολους δολοφόνους και ληστές του Τρίτου Ράιχ. Για 8 ολόκληρες ημέρες 13 οχήματα των Γερμανών μεταφέρουν τη λεία: τιμαλφή, ενδύματα, κλινοσκεπάσματα, κεραμίδια, ζώα, υφαντά, σοδειές και τρόφιμα. Τα πτώματα παραμένουν άταφα στο σημείο αυτό και σε διάφορα άλλα σημεία του χωριού όπου υπήρξαν εκτελέσεις. Μετά το πέρας της λεηλασίας από τους υπάνθρωπους του Hitler, κάθε σπίτι καίγεται και καταστρέφεται με δυναμίτη. Καίγονται μαζί με τα σπίτια,  οι αναμνήσεις, τα κειμήλια, οι φωτογραφίες, τα εικονίσματα και τα λιγοστά υπάρχοντα της κάθε οικογένειας που δεν είχαν εξαχθεί και προφανώς αξιολογήθηκαν ως μη συμφέρουσα λεία από τους αδίστακτους Ούννους.

Το σχολείο ανατινάχθηκε εκ θεμελίων, όπως και οι 4 εκκλησίες του χωριού και οι 4 βρύσες του. Τα σπίτια του χωριού καταστράφηκαν ολοσχερώς. Παράλληλα εκτελούνταν και όσοι βρισκόταν στο δρόμο, αλλά και στην εξοχή. Στο σύνολο το χωριό αριθμεί 53 μάρτυρες, συμπεριλαμβανομένων και των εκτελεσμένων στον οικισμό των Γουργούθων – ο οποίος υπαγόταν στην τότε Κοινότητα του Γερακαρίου- όπως και των εκτελεσμένων στο Καρδάκι, επειδή αποτελούσε ανελαστική διαταγή και παράλληλα επιθυμία για τους αιμοδιψείς Γερμανούς, να συμπληρωθεί ένας συγκεκριμένος αριθμός θυμάτων.

Το μέγεθος και η έκταση της συμφοράς που έπληξε το χωριό, αποτυπώνεται ανάγλυφα σε ένα και μόνο παράδειγμα αφανισμού μιας ολόκληρης οικογένειας. Η Ελένη Αστρινού Αγγελάκη πένθησε το σύζυγό της, τα δυο παιδιά της, τους δυο αδερφούς της, τέσσερα πρώτα ξαδέρφια, πέντε πρώτα ανίψια και εφτά δεύτερα.

Τις πρώτες ημέρες του Σεπτέμβρη αρχίζει δειλά-δειλά η επιστροφή των επιζώντων στο χωριό. Βουβαμάρα, στεγνά δάκρυα και σφιγμένα χείλη. Ζαρωμένα φρύδια και άδεια βλέμματα. Λίμνες ξεραμένου αίματος, σκηνικό απίστευτης σφαγής, διαμελισμένα πτώματα σε κατάσταση προχωρημένης αποσύνθεσης, ανυπόφορη μυρωδιά, καπνίζοντα ερείπια, αφόρητη ζέστη, κάθε λογής έντομα, πλήθος από σαρκοβόρα όρνεα, ερημιά κι οσμή θανάτου. Οι γυναίκες που επέστρεψαν στο χώρο αυτό έσκαψαν με τα νύχια τους το χώμα, σήκωσαν τις πέτρες και συνέλεξαν με ευλάβεια τα απομεινάρια της σάρκας και τα οστά των συζύγων τους, των αδερφών τους, των παιδιών τους. Με κατεστραμμένα σπίτια, με το άγχος της επιβίωσης, αλλά με χαλύβδινη θέληση και απαράμιλλο κουράγιο, έθαψαν τους δικούς τους ανθρώπους ξεπλένοντας τα οστά τους με λιγοστό κρασί και περίσσιο δάκρυ. Ξανάδωσαν ζωή στο χωριό και έχτισαν σπίτια πάνω στις στάχτες και στα ερείπια. Χωρίς στέγη, χωρίς οικονομικούς πόρους, χωρίς τρόφιμα  και χωρίς έναν άνδρα προστάτη στο σπίτι η επιβίωση στο Γερακάρι το χειμώνα του ΄44, αποτέλεσε πραγματικό άθλο.

Η Τρίτη της 22ας Αυγούστου 1944 ήταν μια μέρα που ο πόνος είχε κουραστεί, τα δάκρυα είχαν στερέψει, το αίμα των ζωντανών είχε γίνει νερό, η ελπίδα είχε χαθεί και συμπόνια δεν περίσσευε για κανέναν. Σχέδια και όνειρα ζωής, ελπίδες και προσδοκίες νέων ανθρώπων, είχαν θαφτεί εδώ χωρίς ίχνος σεβασμού, χωρίς περίσκεψη, χωρίς λύπη, χωρίς αιδώ.  Δεν υπήρχαν λόγια παρηγοριάς να ειπωθούν, γιατί κάθε οικογένεια είχε χάσει έναν τουλάχιστο συγγενή. Τα λόγια έκλαιγαν και τα δάκρυα μιλούσαν. Οι άνθρωποι που τόσο άδικα χάθηκαν ήταν ρωμαλέοι, πρόσχαροι και γενναίοι. Με ένα πολιτισμένο και γλυκό χαρακτήρα που έκανε τη φιλία τους πολύτιμο απόκτημα. Οι πολεμικές ικανότητές τους, η κλίση τους σε κάθε είδους πατριωτική δράση, τα φιλόξενα αισθήματά τους, η επιδεξιότητά τους στο χορό και στο τραγούδι, η ευγένεια της ψυχής τους, η καλοσύνη τους, ο αυθορμητισμός στο γέλιο και η ζωντάνια τους στο κάθε τι, έκανε για όσους τους γνώριζαν, το θάνατό τους «διπλά τραγικό».  Ο κύκλος του αίματος άνοιξε και έκλεισε στο Γερακάρι, σε ένα χωριό στο οποίο, οι Γερμανοί επέδειξαν ακατανόητη σκληρότητα και αδυσώπητη βαναυσότητα. Σκότωσαν, εκτόπισαν, λεηλάτησαν, βεβήλωσαν, άρπαξαν, ισοπέδωσαν.

Ένα επίθετο μόνο μπορεί να χαρακτηρίσει τα ανοσιουργήματα των Γερμανών κατακτητών: «απόλυτος». Απόλυτος φονικός σχεδιασμός, απόλυτη εκδικητική μανία, απόλυτη διάθεση εξόντωσης, απόλυτη λεηλασία, απόλυτη ανομία, απόλυτη καταστροφή, απόλυτη δίψα για αίμα, απόλυτη ανθρωποκτόνος πρόθεση και απόλυτη εφαρμογή ενός κτηνώδους σχεδίου αφανισμού ενός περήφανου χωριού σαν το δικό μας.

Κατά παρόμοιο τρόπο έγινε η εκτέλεση και καταστροφή και στα υπόλοιπα χωριά του Κέδρους. Εκατόν εξήντα τέσσερις άνθρωποι που οι περισσότεροι διένυαν την πιο δημιουργική και ελπιδοφόρα περίοδο του βίου τους, μαρτύρησαν και εξοντώθηκαν από τους Γερμανούς κατακτητές. Αυτό μάλιστα που προσθέτει ακόμα και σήμερα περισσότερη πίκρα στους συγγενείς τους είναι, αφενός μεν, το γεγονός ότι ήταν ορατό τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου με την επικείμενη ήττα της ναζιστικής Γερμανίας, αφετέρου δε, η εκ των υστέρων διαπίστωση, ότι μοιραία λάθη, ακατανόητες ολιγωρίες και περίεργες συμπτώσεις, δεν έδωσαν την ευκαιρία στους ανθρώπους αυτούς  να διαφύγουν από το θανάσιμο κλοιό. Αποδείχθηκε ότι το τέρας του ναζισμού ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνο τις ώρες που ξεψυχούσε. Τα τελευταία τινάγματα και οι βρόγχοι του θανάτου του συμπαρέσυραν στο θάνατο πολλούς ανυποψίαστους και νέους ανθρώπους.

Κυρίες και Κύριοι….

Το Ολοκαύτωμα των Χωριών του Κέδρους παραμένει ακατανόητο, όσο δεν αναλύεται ως η συνεπέστερη μαζική ληστεία μετά φόνου της σύγχρονης Ιστορίας. Η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους, προφανώς δεν υπήρξε Ρωμαϊκή και σίγουρα δεν ήταν Αγία. Το χιλιόχρονο Τρίτο Ράιχ έμελλε να καταρρεύσει μόλις δώδεκα χρόνια μετά την ίδρυσή του. Ο πολιτισμός υπερίσχυσε της φρικαλεότητας, η ειρήνη διήρκεσε περισσότερο από τον πόλεμο, και εν τέλει το καλό υπερίσχυσε του κακού.

Ο Γερακάρης αποτέλεσε και αποτελεί ένα σύγχρονο μνημείο αυτοθυσίας και ένα ζωντανό φάρο πατριωτισμού. Σήμερα 68 χρόνια μετά,  εκτός από τους μάρτυρες του χωριού μας, τιμούμε επίσης τους εναπομείναντες κατοίκους που έσφιξαν τα δόντια και με τεράστια ψυχικά αποθέματα, πάλεψαν μεταπολεμικά για να μπορέσουν να φέρουν την προκοπή και την περηφάνια σε αυτόν εδώ τον τόπο. Αποτελεί κατάφωρη αδικία στην ιστορική μνήμη η υπέρμετρη προβολή άλλων αντιστασιακών δράσεων σε βάρος του αγώνα των κατοίκων του Κέδρους, ειδικά σε ότι αφορά το μερίδιο της αντίστασης κατά των Γερμανών. Η προσφορά κάθε τόπου είναι σεβαστή, ιστορικά καταγεγραμμένη και αξιολογείται με νηφαλιότητα στο πέρασμα του χρόνου. Οι όποιες σκόπιμες ή μη, επικαλύψεις, ανακρίβειες και παραλείψεις, από όποια κέντρα κι αν εκπορεύονται, δεν προσφέρουν καλές υπηρεσίες  σε όσους ιστορικά αδικούν, αλλά ούτε στους υμνολογούμενους, τους οποίους φέρνουν πολλές φορές σε εξαιρετικά δύσκολη θέση.

Καλούμε σήμερα, με βαθιά αίσθηση χρέους και ευθύνης από το Βήμα του Θυσιαστηρίου αυτού, όλους εσάς, τους αιρετούς άρχοντες,  που αγαπάτε αυτό τον τόπο, να συμβάλλετε στην ανάπτυξή του, να δώσετε δύναμη και ικανοποίηση στους μεγαλύτερους, να δείξετε το δρόμο για  όραμα και προοπτική στους νεότερους και να υποστηρίξετε έμπρακτα κάθε υγιή προσπάθεια ανάδειξης και προκοπής αυτής της περιοχής. Έχετε χρέος, έχετε ευθύνη, έχετε υποχρέωση και έχετε τη στήριξη όλων των υγιών δυνάμεων της περιοχής, του Νομού και του νησιού. Γνωρίζουμε ότι θα το πράξετε κι ελπίζουμε ότι στο επόμενο επίσημο μνημόσυνο δεν θα χρειαστεί να επαναλάβουμε την ίδια υπενθύμιση.

Η σημερινή 68η επέτειος του Ολοκαυτώματος των Χωριών του Κέδρους είναι εκδήλωση μνήμης και τιμής  στους ήρωες που θυσιάστηκαν από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής. Γιατί η μνήμη συνιστά στοιχείο ταυτότητας και ετεροπροσδιορισμού. Οι κοινές μνήμες που μοιραζόμαστε σήμερα, σφυρηλατούν στενούς δεσμούς μεταξύ μας, ορίζουν εν τέλει την αίσθηση της κοινής μας μοίρας. Οι πανηγυρικοί κι οι εγκωμιαστικοί λόγοι, τα μεγάλα λόγια, πρέπει να αντικατασταθούν από στοχασμό και εμβάθυνση. Σας καλωσορίζουμε και σας ευχαριστούμε από καρδιάς για την προσοχή και τη συμμετοχή σας στη σημερινή επέτειο, σε αυτό το λιτό και απέριττο μνημόσυνο των ηρώων του τόπου μας. Γιατί σήμερα -όπως κάθε χρόνο τέτοια μέρα -έχουμε μνημόσυνο και όχι γιορτή, έχουμε πένθος και όχι χαρά, έχουμε ευθύνη και όχι αδιαφορία. Σε μια εποχή που η τραγική θέση της χώρας-και όχι μόνο σε οικονομικό επίπεδο- δημιουργεί σχέσεις υποτέλειας και απαίτησης εμπράγματων εγγυήσεων, το κοίταγμα προς το παρελθόν δεν αποτελεί πισωγύρισμα, αλλά πηγή δύναμης για να ανατάξουμε. Και σας βεβαιώνω, μετά λόγου γνώσεως: η αρχή σε τούτο το χωριό έχει ήδη γίνει. Σήμερα, ίσως περισσότερο από κάθε άλλη φορά, η Ιστορία διδάσκει, μορφώνει, δίνει μαθήματα ανδρείας, παραδίδει πρότυπα ηρωισμού, αποτελεί φωτεινό παράδειγμα θυσίας, κλείνει μέσα της γεγονότα δυσνόητα στους σύγχρονους Έλληνες και συμπυκνώνει ουσία και περιεχόμενο που δεν καταγράφεται παρά μόνο στα μεγάλα γεγονότα που άλλαξαν τη φορά και τη ρότα του κόσμου που σήμερα ζούμε. Η θυσία των ηρώων του Κέντρους δεν αποτελεί ένα απλό ιστορικό γεγονός, δεν πήγε χαμένη, δεν θεωρείται ατύχημα, δεν προκλήθηκε εξαιτίας κάποιας ατυχούς έμπνευσης, δεν αποτελεί γινόμενο καμιάς αιτίας, δεν έμεινε απαρατήρητη, δεν  παραποιείται, δεν παραχαράσσεται, δεν εκχωρείται και δεν μεταβιβάζεται. Η  τιμή ανήκει σε εκείνους κι εμείς μόνο με θαυμασμό και κατάνυξη μπορούμε να υποκλιθούμε στο μεγαλείο τους. Το δικαίωμα που μας έδωσαν να είμαστε σήμερα παρόντες μέσα στην Ιστορία, δεν είναι ένα χάρισμα, αλλά ένα βαρύ χρέος απέναντι στο παράδειγμα ζωής που εκείνοι χάραξαν. Με αυτές τις σκέψεις ευχόμαστε και φροντίζουμε όλοι να παραμείνει η μνήμη τους αιώνια.

Σας ευχαριστώ πολύ.

 

Αριθμός Προβολών: 20