Περιγραφή της μάχης των Αγκαβανολάκων μεταξύ των Εθνικών Δυνάμεων και των προδοτών της Ελλάδος κατά τας 29-30 Ιουνίου 1947.
Ονόματα πεσόντων και τραυματιών κατά τη μάχη αυτή και άλλες εν περιλήψει Ιστορίες του Ψηλορείτη.
Σημείωση :Το ποίημα αυτό παραδόθηκε από τον Εμμανουήλ Αντωνίου Μπερκουτάκη από το Φουρφουρά Αμαρίου ,που πιστεύεται ότι το έγραψε, παρόλο που μέσα αναφέρει τον ποιητή ως άγνωστο, στο Γεώργιο Ανδρέου Τσιχλάκη .Στα χέρια μας ήρθε από το γιο του Ανδρέα Τσιχλάκη.
(Για την αντιγραφή Στέφανος Ευθυμίου Αντωνακάκης )
Αθήνα 19-10-2013
1.-Τώρα παιδιά θ’ ακούσετε να πούμε λίγους στίχους,
μα θα πληθιάνουν οι παλμοί του εδικού μας στήθους.
2.-Οι στίχοι που θ’ ακούσετε ας πάνε στα μνημεία,
των δυο ενδόξων μας νεκρών να πούνε μακαρία.
3.-Σ’αυτούς τους δυο ανήκουνε και εις τους τραυματίες,
που χύσανε το αίμα τους υπέρ Ελευθερίας.
4.-Η δόξα και τιμήτωνε είν’ και του Ψηλορείτη,
της Επαρχίας του Νομού και γενικώς της Κρήτης.
5.-Η Κρήτη ειν’ απ’ έμαθε τα’ ατρόμητα παιδιά της,
να ξεριζώνουν τους εχθρούς από τα χώματά της.
6.-Αξίζ’ο ύμνος φίλοι στο γέρο Ψηλορείτη,
που απ’ την κορφή του φαίνεται γύρω- τριγύρω η Κρήτη.
7.-Εις τις κορφές του τις ψηλές που κρουσταλιά το χιόνι,
κάθε εχθρός που θ’ ανεβεί χώμα τόνε πετρώνει.
8.-Πόδι δεν έχει να σταθεί εχθρός στον Ψηλορείτη,
γιατί περνά ο βρακουλάς και χάμε τον ερίχνει.
9.-Ο βρακουλάς ο Κρητικός με τα’ άσπρα τα μαλλιά του,
που κρύβεται η λευτεριά βαθειά εις την καρδιά του.
10.-Κι αν έλθει και καμμιά φορά γιαμμιάς την πρώτη μέρα,
η κεφαλή του κόβεται και φεύγει στον αέρα.
11.-Ότι παθαίνουν οι εχθροί να μην στενοχωρούνται,
κι οι συγγενείς και φίλοι τους να μην παραπονούνται.
12.-Ω! Ψηλορείτη έμορφε που βγάζεις παλικάρια
και τους εχθρούς ξεσχίζουνε σαν νάνε λεοντάρια.
13.-Τα ιερά σου χώματα αγέρι τα δροσίζει,
και όποιος και να τα πατεί του πρέπει να τ’ αξίζει.
14.-Κι όποιος εχθρός σε πάτησε μα γέρος μα κοπέλι,
εχάθηκε ως χάνεται ο σκύλος εις τα’ αμπέλι.
15.-Κι αυτός κι η συμμορία του η παραπλανεμένη,
μαζί εξοντωθήκανε και πήγανε χαμένοι.
16.-Οι Μπαντουβαίοι τσοι ‘σπρωχναν κάτ’ από το Λασήθι,
μα πέσαν στ’ Αμαριώτικα τσ’ άνδρες του Ψηλορείτη.
17.-Στην Ίδα πρωτοφάνηκαν και ήσαν μαζεμένοι,
και ύστερα χωρίστηκαν σαν νάσαν μυγιασμένοι.
18.-Από την Ίδα ήλθανε εις θέσιν Διπλή Πέτρα,
που είν’απ’ τ’ Αμαριώτικα χίλια διακόσια μέτρα.
19.-Έριχναν πυροβολισμούς μόνο για τη φοβέρα,
το τελευταίο τους ατού το έφερ’ η Δευτέρα.
20.-Από εκεί κατέβηκαν στο Λοχριανό πηγάδι
και κατεβάσαν ένα δικό στο μαυρισμένο Άδη.
21.-Την Κυριακή πίναν νερό μέσ’ από το πηγάδι,
μα τη Δευτέρα τσοίφαγε το μαύρο το σκοτάδι.
22.-Άραγες αν κοιμήθηκαν θα τόδαν στ’ όνειρο τους,
πως το νερό απ’ είπιανε ήταν ο θάνατος τους.
23.-Έκαμαν μάχες δυνατές μαζί με τους δικούς μας,
μα τη ζημιά που πάθανε δεν τήνε βάν’ ο νους μας.
24.-Οι άνδρες μας τους κύκλωσαν και κείνοι φοβηθήκαν
και για να πουν πως έφυγαν στους πρίνους ανεβήκαν.
25.-Στους πρίνους ανεβήκανε κι είπαν πως θα γλυτώσουν,
μα είπανε κι οι άνδρες μας όλους να τους σκοτώσουν.
26.-Στους πρίνους ανεβήκανε των Αγκαβανολάκων ,
μα οι δικοί μας μονομιάς νεκρούς τους βάλαν κάτω.
27.-Το σύνθημά τους ήτανε να λένε ατσαλένιο,
μα σε λιγάκι γίνηκε τ’ ατσάλι ασφεντιλένιο.
28.-Την τύχη τους εστήριξαν εις των πρινών τους κλώνους,
όμως επήρανε πολλούς και μαζεμένους πόνους.
29.-Εκατεβασάντσοι από κει με πόνους και με θρήνους,
και με το αίμα πότισαν τους ξεραμένους πρίνους.
30.-Εφώναζαν οι άνδρες μας Ποδιά καιρό μη χάνεις,
Ο κόσμος αποφάσισεν πως πρέπει να πεθάνεις.
31.-Μια σφαίρα εις την κεφαλή κι εξήντα στις κουτάλες,
τέντωσαν τον τρισάθλιον στου πρίνου τσοι δυχάλες.
32.-Η χέρα τ’ η παράκερη μαζί κι η κεφαλή του,
τα πήγαν στο Ηράκλειο και τάδαν οι δικοί του.
33.-Όσπου να τους ξεβγάλουνε ο κόσμος φεγγοβόλα,
από τις σφαίρες πούριχναν τα άγια πολυβόλα.
34.-Μερκοί που καταφέρανε και φύγαν αποσπέρας,
εις τ’Αμαριού τα σύνορα παντίξαν της Δευτέρας..
35.-Περάσανε την Αμπαδιά κι είχαν στη γλώσσα χνούδι,
κι έτρεξε ο Γιάννης ο Κατσιάς και τσοίβγαλενε φλούδι.
36.-Κανείς τους δεν απόμεινε μον’ όλοι σκοτωθήκαν,
και κατ΄που δουλεύανε έτσι και πληρωθήκαν.
37.-Τώρα τ’ Αμάρι ευγνωμονεί τον κάθε πατριώτη,
πούτρεξε και απάλαξεν από την αθλιότη.
38.-Ήτ’αθλιότης σοβαρή εάν εδιαρκούσε
και σιδερένιος άνθρωπος δεν θα την νταγιαντούσε.
39.-Χρωστεί στη χωροφυλακή πολλές ευχαριστίας
πούτρεξαν στην ξεκούμπισιν της ληστοσυμμορίας.
40.-Όλος ο κόσμος έτρεξε από βορά ως νότο,
κι έβαλε νου στις κεφαλές των άμυαλων ανθρώπων.
41.-Μονάχα άμυαλοι μπορεί να πει κανείς πως ήσαν ,
σε Βούλγαρους και Αλβανούς τους τόπους μας δωρήσαν.
42.-Πήγε και μια Κουρουτιανή με τ’όνομα Ανδρονίκη,
και εβοήθα στα παιδιά που φέρανε τη νίκη.
43.-Τους πήγε σφαίρες και ψωμί εκεί που πολεμούσαν
και πληγωμένους έδενε κι οι άνδρες δεν ξαριούσαν.
44.-Για επιδέσμους ξόδεψεν όλο το φόρεμα της,
και το μανδύλι πούχενε δεμένα τα μαλλιά της.
45.-Σαν το κακό τελείωσε τους τραυματίες φύγαν,
και στους γιατρούς στο Ρέθυμνο αμέσως τους επήγαν.
46.-Τώρα οι τραυματίες μας χρωστούν μεγάλη χάρη
σ’ αυτή, που δεν τους άφησε ο χάρος να τους πάρει.
47.-Πάντα τους πρέπει ν’ αγαπούν εκείνη την κοπέλα,
για θα ‘λυωναν αν έλειπε ως λυών’ η καραμέλα.
48.-Θα λυώναν θα χανότανε απ’ την αιμοραγία
Και όμως σα να έστειλε αυτήν η Παναγία.
49.-Έδειξε μια διαγωγή καλύτερη κι απ’ άνδρα,
και θάνε αλησμόνητη στη μνήμη μας για πάντα..
50.-Όλοι σκληρά πολέμησαν την ξένη ανταρσία,
και τώρα κάθε άνθρωπος ευρήκε ησυχία .
51.-Λοιπόν ετέτοια μια δουλειά εις τον Ψηλορείτη,
ακόμα δεν εγίνηκε οθέ την άλλη Κρήτη.
52.-Οι συμμορίτες πήγανε στ’ απόκρυμνα τα πλάγια,
μα τώρα εις τα σπίτια τους κλαίει η κουκουβάγια.
53.-Κι όποιος εχθρός κι αν πάει εκεί αμέσως να το ξέρει,
πως θα χαθεί ογλήγορα απ’ το κρυγιό αγέρι.
54.-Τ’αγέρι είναι το κρυγιό τ’ ατρόμητα παιδιά τους,
που βγάζουν τους κακοποιούς απ’ τ’ άγια χώματα τους.
55.-Είναι αγέρι δροσερό κι έχει ορμή μεγάλη,
και μπερδουλιάζει τους εχθρούς στου χάρου το χαχάλι.
56.-Σαν τα πουλιά απού πετούν εις την ατμόσφαιρα του,
πετούν κι αυτά και χαίρονται μαζί με τα παιδιά του.
57.Πάντα γλεντούνε τα πουλιά και πάντα τα παιδιά του
και πάντα φέρνουν λευτεριά σε κάθε μια γωνιά του.
58.-Τα φίδια όταν βρίσκονται στα βράχια τα’ αποκάτω,
τρώνε τις σάρκες των εχθρών σαν σκύλος το σφουγκάτο.
59.-Καμμιά φορά κι αν σκοτωθεί κι ανά παιδί δικό του,
ταρέσ’ ο θάνατος αυτός γιατ’ είν’απόγονος του.
60.-Λέει κι αν εσκοτώθηκα μ’ αρέσ’ αυτός ο τρόπος,
γιατ’ υπερασπιζόμουνα τον εδικό μου τόπο.
61.-Τ’ αρέσει ναν’ ελεύθερος του γέρο Ψηλορείτη,
γι’ αυτόνε κι ο ψηλότερος αφέντης εις την Κρήτη.
62.-Πάντα θα πρασινολογούν τα δάση και κλαδιά του,
γιατί τις σβήνουν τις φωτιές τα ηρωικά παιδιά του.
63.-Απ’ τις κορφές του τις ψηλές το χιόνι δεν ξεκάνει,
κι όποιος εχθρός κι αν πάει εκεί του πρέπει να πεθάνει.
64.-Στην πιο ψηλή του κορυφή είν’ Εκκλησία Αγία
και κατοικούνε Άγιοι μαζί κι η Παναγία.
65.-Είναι ο Τίμιος Σταυρός κι έχει μεγάλη χάρη,
και πάει κόσμος προσκυνά με όλα του τα θάρη.
66.Εις τη βορνάδα τα’ εκκλησιάς είν’ ένα πηγαδάκι
κι όποιος εχθρός κι αν πιεί νερό τούρχεται για φαρμάκι.
67.-Είναι κρυγιό πολύ κρυγιό κι εχθροι δεν το χωνεύουν
κι όταν θα πιούν αυτοί νερό το θάνατο γυρεύουν.
68.-Εις την βορείαν του πλευρά ευρίσκεται τ’Αρκάδι,
που οι χριστιανοί γιορτάζουνε τσείκοσι μιας του Μάη.
69.-Γιορτάζουν κι άλλη μια φορά τα’ οκτώ του Νοεμβρίου,
που μοιάσανε οι Κρητικοί και τότες του θηρίου
70.-Τότε οι Τούρκοι πάθανε μεγάλο ρεζιλίκι,
γιατί .οι Κρήτες τίναξαν την μπαρουταποθήκη.
71.-Και απής εκήκαν κι αυτοί κι ο Γούμενος ομάδι,
για την πατρίδα τη γλυκιά κατέβηκαν στον Άδη.
72.-Στη δυτική του την πλευρά ευρίσκεται τ’ Αμάρι
κι απ’ τα’επαρχίες του Νομού αυτήνε το καμάρι.
73.-Στον Ψηλορείτη τον τρανό με τα κρυγιά νερά του,
χιλιάδες γιδοπρόβατα βόσκουνε στα κλαδιά του.
74.-Εις τη νοτία του πλευρά στους Αγκαβανολάκκους ,
έπεσαν άφθονοι εχθροί του μάκρους και του πλάτους.
75.-Επέσανε και δυο δικοί ένας ο Παπαδάκις,
και ο επ[αρχιώτης μας ο Κρυοβρυσανάκης
76.-Είναι περήφανοι νεκροί σε λαξευτά μνημεία
και τ’ όνομα τους θα γραφτεί στη νέα Ιστορία.
77.-Ο Ηλιαντώνης τ’ Αμαριού κι ο Νίκος Παπαδάκις
από το Μυλοπόταμο ο Υπενοματάρχης
78.-Επέσαν και ταφήκανε υπέρ ελευθερίας
και μεις θα τους ευχόμεθα εις μνήμην αιωνία
79.-Με σφαίρες τους εσκότωσαν σφαίρες καταραμένες,
και οι καρδιές των φίλων τους τώρανε μαραμένες
80.-Ο πόνος των των άμοιρων ήτονε δίχως άλλο,
πως έμεινε ο τόπος τους σε κίνδυνο μεγάλο.
81.-Από τις σφαίρες των εχθρών δικοί τραυματισθήκαν,
μα είναι υπερήφανοι που δεν ενικηθήκαν.
82.-Μάθετε τα ονόματα και τα επίθετα τους
και παρ’ απάνω ακούσετε τα κατορθώματα τους
83.-Γιώργης Τσιχλάκις είν’ ο εις ,Πανάγος Δανδουλάκις
κι ο Πηγουννάκις Αστρινός κι Ανδρέας ο Μπικάκις
84.-Ήτανε κι απ’ τον Πλάτανο ένας Ζαχαριουδάκις
Κι ένας από την Αρχοντική ο Γιάννης ο Ρινάκης
85.-Ετραυματίσθη σοβαρά ο Γρηγόρης Κατσαντώνης,
στης Κρήτης την κατάληψη χάθ’ο αδελφός τ’ Αντώνης.
86.-Το χίλια εννιακόσια εις το σαράντα ένα,
εις τα περβόλια πήρανε των Γερμανών μια σφαίρα.
87.-Ήτανε χωροφύλακας δυο χρόνια υπηρετούσε
και τότε που τον σκότωσαν το όπλο εκρατούσε.
88.-Ακόμα κι ο πατέρας τους και δυο αδελφοί τους
κι ένας γαμβρός τους έδωσαν στο χάρο τη ζωή τους
89.-Οι Γερμανοί κυνήγησαν πολύ αυτό το σπίτι,
μα ο χαμός τους τίμησε τη δοξασμένη Κρήτη..
90.-Όλ’υπερασπιζότανε το έδαφος της Κρήτης,
γιατ’ είσανε κι αυτοί παιδιά του γέρο Ψηλορείτη.
91.-Ω Ψηλορείτη έμορφε χρυσάν τα χώματα σου,
γιατί σε ξανατίμησαν τα ηρωικά παιδιά σου.
92.-Θα σε ξανατιμήσουνε αν τα ξανακαλέσεις,
και με της νίκης τη φωτιά πάλι θα ξαναφέξεις.
93.-Ω Ψηλορείτη πούμεινες θρύλος μέσ’ εις την Κρήτη,
για πες να το σκεφτεί καλά ο κάθε συμμορίτης.
94.-Αν κάθετ’ εις το σπίτι του κανείς δεν τον πειράζει,
γιατί αν ανεβεί αυτού θα βαριαναστενάζει.
95.-Οι πόλεις μας και τα χωριά που φαίνονται απ’ σένα,
έχουνε άνδρες δυνατούς παιδιά καμαρωμένα..
96.-Και τα μικρά τα νήπια που κάθονται στην κούνια,
μόλις θα μεγαλώσουνε θα βγουν στα κορφοβούνια..
97.-Στη Δύση στην Ανατολή εις το Βορρά και Νότο,
είναι τα σπίτια οπλαρχηγών και ευγενών ανθρώπων.
98.-Είναι άνθρωποι κύριοι κι οπλαρχηγοί μεγάλοι,
και εις τον κάθ’ αγγράμματο γίνονται διδασκάλοι.
99.-Τα παλικάρια τα πολλά που βγήκαν στις πλαγιές σου,
όλους εξολοθρεύσανε τους άπονους ληστές σου.
100.-Πούρθαν να σε ληστεύουνε να σε ματοκυλήσουν,
μα ο θεός διέταξε τα μάτια τους να κλείσουν.
101.-Δεν σε ματοκυλήσανε μον’ ματοκυληστήκαν
και μόν’ αμοναχοί-τονε τον θάνατο ευρήκαν.
102.-Οι κορυφές σου και πλαγιές απ’ το θεό φρουρούνται
και οι εχθροί που σε πατούν αμέσως τιμωρούνται.
103.-Δοξαζόμενε το θεό και τον ευχαριστούμε ,
που μας εδίνει δύναμη τα’ εχθρούς να τιμωρούμε.
104.-Οι σφαίρες δεν σκοτώνουνε μον’ ο θεός σκοτώνει,
κι όσο δουλεύει ο δούλος του σωστό του το πληρώνει.
105.-Κι αν σου σκοτώσαν δυο παιδιά πατέρα Ψηλορείτη,
θα μείνουν για παράδειγμα εις τη μητέρα Κρήτη.
106.-Θα μείνουν για παράδειγμα και συντροφιά θα βρούνε,
γιατ’όλοι θεν’ ελευθεριά ή θεν’ να σκοτωθούνε.
107.-Όλος ο κόσμος είν’ εδώ έτοιμος να ποθάνει,
σαν του φωνάξ’ ο τόπος του τα’ εχθρούς του να ξεκάνει
108.-Παρακαλούμεν τους εχθρούς να μην ξαναπατήσουν,
γιατί σαν τα΄άλλους και αυτούς θα τα’ αποκεφαλίσουν.
109.-Οι άνδρες όπου στέκουνε και τους εκαρτερούνε,
στα τιμημένα τους παιδιά πάλι δουλειά να βρούνε.
110.-Αντάρτες χωροφύλακες τώρα ΄χουν περιφάνεια,
που με τη νίκη κέρδισαν της δάφνης τα στεφάνια.
111.-Τα στέφανα των ανταρτών και των χωροφυλάκων,
τάφερ’ η νίκη η τρανή των Αγκαβανολάκων.
112.-Οι στίχοι όπου βγήκανε εβγήκανε με χάρη
απόνα νέο άγνωστο και είν’ από τα’ Αμάρι.
113.-Η χαρ’ αυτή του φάνηκε τον Αύγουστο στο τρύγος,
και αν δεν τάγραφε αυτά θα τον αρπούσε ρύγος.
114.-Το όνομα του είν’ άγνωστο και η υπογραφή του,
γιατί δεν είν περίφανος δια την ποίησιν του.
115.-Μονάχανε περίφανος γιατ’ είναι Ρεθεμνιώτης,
με λίγα λόγια Κρητικός γνήσιος πατριώτης.
116.-Για τους νεκρούς η ποίησις και για τους τραυματίας
και για τους εξολοθρευτάςς της ξένης αναρχίας.
117.-Αυτό το δώρο το μικρό είχε κι αυτός να δώσει,
και δια μεγαλύτερη ο θεός να τα’ αξιώσει.
118.-Εις μνήμη των συμμοριτών τίποτα δεν δωρίζει
και αν τους βγαίνει ο θεός να τους εμακαρίζει.
119.-Αν εδουλεύαν για καλό νάνε συχωρεμένοι
κι αν πολεμούσαν για κακό νάνε καταραμένοι.
120.-Αλοίμονον εις όλους μας αν δεν τους ησυχάζαν
από γερόντους ως παιδιά όλους θα μας εσφάζαν.
121.-Πάντως ετιμωρήθηκαν καθ’ άνθρωπος το ξέρει,
και τη γαλήνη ο θεός εις τον ντουνιά να φέρει.
122.-Το ποίημα μας φίλοι μου εις όλους δεν θ’ αρέσει,
μα δεν υπάρχει ουδείς κανών με δίχως εξαιρέσεις
123.-Ας διαβαστεί κι άλλη φορά κι ο κόσμος ας τ’ακούσει
κι οι φίλοι μας ας χαίρινται και οι εχθροί να σκούσει.
124.-Ο ποιητής που το γραψε το έγραψε με θάρος
κι ας μείνει ακριμάτιστος σα θα τον πάρει ο χάρος.
125.-Με όλα που μας έγραφεν εφθάσαμε στο τέλος ,
σπουδαίες λεπτομέρειες θα γράψει ο Μουρέλος