‘Εάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ

    Και των αγγέλων αγάπη δε μη έχω,

    Γέγονα χαλκός ηχών και κύμβαλον αλλαλαζον’.1

Το Πάσχα είναι η μεγαλύτερη γιορτή για τον Χριστιανικό Κόσμο. Εκφράζει με τον καλλίτερο τρόπο την ουσία της Χριστιανικής Πίστης. Μας φανερώνει την απέραντη αγάπη του Πλάστη για τον άνθρωπο, την κατανόηση και την ευσπλαχνία του παντοδύναμου Θεού, για το αδύνατο πλάσμα του. Αποδεικνύει το ενδιαφέρον και το έλεος του, με την ουσιαστική έννοια του όρου, που φθάνει μέχρι την προσφορά του Υιού του, με σκοπό την τελική επαναφορά των θνητών στην θεία οδό και την ανύψωση τους στις τάξεις των Αγίων.

 Στην εκκλησιαστική ορολογία ονομάζεται, ‘Πάσχα το Καινόν’ σε αντιδιαστολή από το Πάσχα των Εβραίων, κατά το οποίο εορτάζεται η θαυματουργική τους διάβαση από την Ερυθρά θάλασσα και ονομάζεται έτσι εκ του Πεσσάχ που σημαίνει διάβαση.

Οι Πρώτοι Χριστιανοί, αρχικά συνεόρταζαν το Πάσχα με τους συμπατριώτες τους, που πρέσβευαν τον Ιουδαϊσμό. Θεωρούσαν, ότι δεν πιστεύουν σε μια καινούργια Θρησκεία, αλλά ότι ο Χριστός, όπως το είχε δηλώσει άλλωστε ‘ουκ ήλθ(ε) καταργήσαι, αλλά πληρώσαι τον Νόμον’. Για το λόγο αυτό ενώ λάτρευαν την Ανάσταση του Χριστού, διατήρησαν την ονομασία του παλαιοτέρου εορτασμού. Της έδωσαν όμως άλλη σημασία και βαθύτερο περιεχόμενο. Έτσι έφθασε να σημαίνει την διάβαση από το σκοτάδι του θανάτου της αμαρτίας, στο φως της ζωής και της αλήθειας του Χριστού. Το 51 μ. Χ. οι Απόστολοι συγκεντρώθηκαν και έθεσαν τις βάσεις της νέας θρησκείας. Τότε, με τον 7ο κανόνα, απαγορεύτηκε ο συνεορτασμός, που δεν είχε πια κανένα νόημα, εφ’ όσον είχαν ήδη καταφανεί οι ουσιώδεις διαφορές μεταξύ των δύο δοξασιών και είχε πραγματοποιηθεί ο πλήρης διαχωρισμός παλαιάς και νέας Θρησκείας. 

Παρά ταύτα όλη η Ανατολή γιόρταζε το Πάσχα την ίδια ημέρα με τους Ιουδαίους, ενώ η Δύση την επομένη Κυριακή των αζύμων. Το θέμα προσπάθησαν να λύσουν οι Πατέρες στην εν Εφέσω Σύνοδο, όπως και κατά το 314 σε δεύτερη Σύνοδο ανεπιτυχώς. Το 325 στην Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας, που συγκάλεσε ο Μ. Κωνσταντίνος ανατέθηκε στον Πατριάρχη Αλεξανδρείας να λύσει το πρόβλημα.

Ο Ιεράρχης διατύπωσε τον κανόνα, να εορτάζεται η Ανάσταση του Χριστού την πρώτη Κυριακή, μετά την πανσέληνο της εαρινής ισημερίας. Παρά τις αρχικές της αντιρρήσεις της εκκλησίας της Ρώμης, και μετά από διαβουλεύσεις και παλλιδρομήσεις οι υπάρχουσες εκκλησίες  συμφώνησαν και έτσι το Πάσχα εορταζόταν από κοινού σε Ανατολή και Δύση, μέχρι το έτος 1582. Από τότε με την καθιέρωση του νέου ημερολογίου η μεγαλύτερη γιορτή της Χριστιανοσύνης εορτάζεται σε διαφορετικές ημέρες, διότι η μεν Ανατολική εκκλησία διατήρησε τον ορισμό των εορτών με το παλαιό ημερολόγιο, η δε Δυτική το μετέφερε στο νέο.

Πολλές σύνοδοι, συνέδρια επιστημονικά και εμπορικά, το καθένα για δικούς του λόγους, ακόμη και η Κοινωνία των Εθνών ασχολήθηκαν με το θέμα, στην προσπάθεια τους να βρουν μια συμβιβαστική λύση και να ενώσουν όλο το Χριστιανικό Κόσμο, δεδομένου ότι δεν υπάρχει καμιά δογματική διαφορά, αλλά το θέμα είναι καθαρά ημερολογιακό.  

Η Κοινωνία των Εθνών πρότεινε, να εορτάζεται το Πάσχα την Δεύτερη Κυριακή του Απριλίου, πράγμα που αποδέχθηκαν όλες οι Χριστιανικές εκκλησίες πλην της Καθολικής.

 Έτσι η ανάμνηση της ύψιστης θυσίας του Χριστού μας, αντί να μας φωτίζει και να μας ενώνει, βρίσκει για μια ακόμη φορά διχασμένους τους πιστούς της. Αντί να μας οδηγεί στην αγάπη την ομόνοια και την συμφιλίωση, μας οδηγεί σε μια ακόμη αντιπαράθεση.

 

1.      1η επιστολή προς Κορινθίους απ. Παύλου. 

 

Τσαγρής Εμμανουήλ

Πρών Πρόεδρος του Συλλόγου Κρητών Ηλιούπολης

και Επίτιμος Μέλος

 

Αριθμός Προβολών: 1