Αναδημοσίευση από : madeincreta.gr
Από τους πενήντα ανθρώπους σήμερα στη γειτονιά έμειναν τρείς…
Τα πιο πολλά σπίτια στη γειτονιά «Πάτελο», στο χωριό εκείνων των χρόνων του πολιτισμού και των πνευματικών αναζητήσεων, στο Βυζάρι του Αμαρίου, χάνονται μέσα στο χρόνο! Οι άνθρωποι άλλαξαν τη ζωή τους και έφυγαν στο ψάξιμο μιας διαφορετικής μοίρας που θα τους έφερνε τα πάνω κάτω. Παρέμειναν ίσαμε τριάντα ψυχές να δίνουν ζωντάνια στη… μιζέρια και οι πιο πολλοί με μεγάλα φορτία στη ράχη, μέχρι να μετοικήσει το πνεύμα τους αλλού, στο άγνωστο… Κρατάνε ακόμα όσο μπορούν «οι πιο πολλοί σαράβαλα του ύπαρξής τους» και ίσως βγουν με το χάραμα της μέρας ακολουθώντας το δρομολόγιο της καθημερινότητάς τους στο χωράφι και στις καλλιέργειες. Μα υπάρχουν τόσοι που να νοιάζονται στους καιρούς μας με τη γη;
Ο Επιμενίδης Σταυρουλάκης της μεγάλης οικογένειας του Βυζαρίου, άνθρωπος λεβέντης που έχει το νου και το λογισμό του καθημερινά στην πόλη του Ρεθύμνου που ζει, στο χώμα που τον ανάθρεψε και βρίσκεται συχνά εκεί για να… αναπνεύσει, βλέπει κάθε χρόνο το χωριό του να χάνεται και από τα σπίτια στις γειτονιές που κάποτε, στα παιδικά του χρόνια έβγαιναν πολλές φωνές, η σιωπή τώρα να είναι… μόνιμος κάτοικος και κάθε χρόνο μεγαλώνει!
«ΤΩΡΑ ΚΟΙΜΟΥΝΤΑΙ ΤΡΕΙΣ»
Σήμερα μπορεί στο Βυζάρι να κατοικούν και τριάντα άνθρωποι( δείτε εδώ) ακολουθώντας και τούτη η κοινωνία την κατάρρευση όπως και οι άλλες σε όλα σχεδόν τα αμαριώτικα χωριά που βαστούν ακόμα την αυθεντικότητά τους! «Μα τότε», παρατηρεί με θλίψη στη γειτονιά του «Πάτελου», «στο ’50 ζούσαν και δέκα οικογένειες που μετρούσαν σαράντα πέντε με πενήντα χωριανούς από τους Φραγκάκηδες, τους Βιδάκηδες, τους Παραδεισανούς, τους Ρουκουνάκηδες. Τώρα κοιμούνται τρεις και μεγάλα άτομα από τις φαμίλιες των Παντελάκηδων, των Σταυρουλάκηδων και των Παραδεισανών. Πόσο θα μείνουν ακόμη για να βαστάξουν ζωντανές τις ρούγες και πόση ζωντανή να την κρατήσουν;»
Μα στα χρόνια της ακμής της εκεί στον «Πάτελο», όσοι θυμούνται ακόμη, τα σπίτια είχαν κινητικότητα, είχαν τις πόρτες τους ανοιχτές και ακούγονταν πολλές φωνές. Ο καιρός, μισό αιώνα από τότε, έφυγε… τρεχάτος και σκούπισε ότι βρήκε όρθιο στην κοινωνία που υπόφερε από την καθημερινό αγκομαχητό της επιβίωσης. Η μετανάστευση, κυρίως στις μεγαλουπόλεις, άφησε στην ορφάνια τους λίγους που κάθε χρόνο γίνονταν και λιγότεροι και στα χρόνια των δυσκολιών που ήρθαν στενάζουν. Οι κατοικίες κλειδαμπαρώθηκαν και αφέθηκαν να τις… διαχειριστεί ο χρόνος και οι άνθρωποι που απόμειναν στο Βυζάρι τι άλλο να κάνουν; Η καρδιά τους σφίγγεται και γίνεται πέτρα από τη θλίψη και την αβεβαιότητα για τους καιρούς που έρχονται!
Κι αυτό το χωριουδάκι, όμως, ακολουθεί την τύχη των πολλών στην ενδοχώρα. Μένει όρθιο έστω και λειψό μέχρι να κλείσει και η τελευταία πόρτα. Τότε θα περάσει και αυτό στην ιστορία ενός συνόλου που κάποτε ήκμασε και στην πορεία έβαλε τη σφραγίδα του και μεγαλούργησε…