Κρήτη. Νησί με εξαιρετική προνομιακή γεωγραφική θέση, που βρίσκεται στη μέση της λεκάνης της Μεσογείου, ανάμεσα στην Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική, με σπάνια, σχεδόν μοναδική σύνθεση γεωγραφικών και κλιματολογικών συνθηκών. Το μέγιστο μήκος της από το ανατολικό ακρωτήρι της Σίδερο, έως το δυτικό της Γραμβούσας, είναι 260 χιλιόμετρα και το μέγιστο πλάτος 56 χιλιόμετρα, με μικρότερο τον Ισθμό της Ιεράπετρας 12 χιλιόμετρα. Η εδαφική της διαμόρφωση παρουσιάζει μια αξιοθαύμαστη ιδιαιτερότητα, αφού συνδυάζει στοιχεία του βορρά και του νότου, της Ευρώπης και της Αφρικής. Οι εναλλαγές του τοπίου και των κλιματολογικών συνθηκών είναι τέτοιες που διαφοροποιούν την εικόνα  μέσα σε ελάχιστα χιλιόμετρα. Οι φυσικές καλλονές, που τέρπουν και αιχμαλωτίζουν την όραση είναι μοναδικές. Καμιά περιοχή του κόσμου δεν έχει τον πλούτο και την ποικιλία της χλωρίδας και της πανίδας της. Υπάρχουν εκατοντάδες δένδρων και φυτών και δεκάδες ζώων, πτηνών, ερπετών και εντόμων, μοναδικά στον κόσμο. Εδώ συνυπάρχουν οι κέδροι και τα ορεινά κυπαρίσσια με τις ελιές τους φοίνικες και τα μπανανόδενδρα, ενώ σε πολλές περιοχές της νότιας Κρήτης ο χειμώνας είναι τόσο ήπιος, ώστε τα χελιδόνια δεν φεύγουν ποτέ.

Είναι το μέρος που υμνήθηκε από την εποχή του Ομήρου: «Στο πέλαγος τ’ αστραφτερό είναι μια χώρα, η Κρήτη, πανέμορφη και καρπερή και θαλασσοζωσμένη. Κατοίκους έχει αρίθμητους και πόλεις ενενήντα. Πολλές οι γλώσσες που μιλούν. Έχει Αχαιούς η χώρα και Κρήτες μεγαλόκαρδους, έχει και Κυδωνιάτες, και Δωριέων τρεις φυλές και Πελασγούς λεβέντες»Βλ.Ομήρου, Οδύσσεια, ΤΑ  στιχ. 172.

      Αλλά και ο ποιητής Πολέμης το ίδιο την υμνεί: «Της αστραπής και της βροντής η Κρήτη και των τυράννων η ακοίμητη φοβέρα η Κρήτη η Κρήτη».

         Η ιστορία της Κρήτης αρχίζει από τους νεολιθικούς  χρόνους, 6.000 π.Χ και συνεχίζει ουσιαστικά με τον πρώτο στην Ευρώπη πολιτισμό το Μινωικό, από το μυθικό βασιλιά Μίνωα, γιο της Ευρώπης και του Δία, από τον οποίο ονομάστηκαν Μίνωες όλοι οι βασιλιάδες της Κρήτης για πολλούς αιώνες. Ο Μινωικός πολιτισμός, δημιουργήθηκε πριν την κάθοδο των Ελληνικών φύλων, από προέλληνες. Αρχίζει το 3.000 π.Χ. «Ο Μίνωας είναι ο παλαιότερος από όσους έχουμε ακουστά που απόχτησε ναυτική δύναμη και κυριάρχησε στις περισσότερες απ’ όσες λέμε τώρα ελληνικές θάλασσες κι έγινε άρχοντας στις Κυκλάδες κι εγκατέστησε αποικίες στις περισσότερές τους…κι έβαλε άρχοντες τους γιους του. Κι, όπως ήταν φυσικό, ξεκαθάρισε από τη θάλασσα τους ληστές και πειρατές, για να έρχονται τα εισοδήματα από τα νησιά σε αυτόν τον ίδιο»Βλ.Θουκιδίδη, Ιστορία,Α, 4, μτφρ. Ε. Λαμπρίδη.Το 1900 π.Χ. κτίζονται τα ανάκτορα της Κνωσού και της Φαιστού με διακριτικό τους γνώρισμα την απουσία τειχών και οχυρώσεων, πράγμα σπάνιο αν όχι μοναδικό στον αρχαίο κόσμο, λόγω της μεγάλης δύναμης που είχαν οι Μινωίτες, που τους έκανε να μην αισθάνονται φόβο από κανένα. Οι Μινωίτες ήταν μεσογειακή φυλή, μέτριου αναστήματος, αδύνατοι, μελαχρινοί. Σημαντική θέση είχε η γυναίκα στην μινωική Κρήτη, οι δε δούλοι ήταν περιορισμένοι. Λάτρευαν γυναικείες θεότητες. Τόποι λατρείας ήταν τα σπήλαια και οι κορυφές των βουνών σε βωμούς και όχι ναούς. Υπολείμματα τέτοιων μορφών λατρείας έχουν βρεθεί στο σπήλαιο των Καμαρών και στο σπηλαίο στη Νίδα. Οι γραφές που ανέπτυξαν ήταν η ιερογλυφική στην οποία κάθε λέξη συμβολίζεται με ένα ζώο, π.χ. ψάρι πουλί. Μετά έχουμε την γραμμική Α, στην οποία τα γράμματα αποδίδονται με σχήματα πιο απλοποιημένα. Η ιερογλυφική και η γραμμική Α, δεν έχουν διαβαστεί μέχρι σήμερα. Μετά αναπτύχθηκε η γραμμική Β, η οποία μετά την κάθοδο των Αχαιών, στην Κρήτη και στην Ελλάδα μιλούν την ίδια γλώσσα.  Στη συνέχεια λόγω της μεγάλης δύναμης των μινωιτών γίνονται υποτελείς και οι Αθηναίοι εξ ου και ο μύθος με το μινώταυρο και το Θησέα. Κατά τον Διόδωρο δε τον Σικελιώτη ο «Μίνως πρώτος των Ελλήνων ναυτικήν δύναμιν συστησάμενος εθαλασσοκράτει και νήσους πολλούς κατέκτησε». Ο λυρικός ποιητής Βακχυλίδης στην επινίκιο ωδή Α, αναφέρει για την πατρίδα του Κέα: «Ο αρήιος (πολεμικός) Μίνως με τα ταχύπλοα και όμορφα πλοία νίκησε την ομορφομαλλούσα και λυγερή νύμφη της Κέας τη Δεξιθέα». Ο Μίνωας, η Πασιφάη, ο Μινώταυρος, η Αριάδνη, ο Δαίδαλος και ο Ίκαρος είναι πλούσια και γοητευτικά θέματα της ελληνικής μυθολογίας και έχουν την αρχή τους στην Κρήτη μαζί με τον κρηταγενή Δία. Ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης θαυμάζουν τη σοφή νομοθεσία των Κρητών, περίφημο δείγμα της οποίας είναι «η βασίλισσα των επιγραφών» της Γόρτυνας, που είναι το αρχαιότερο εκτενές  και οργανωμένο κείμενο αστικού κώδικα στον ελληνικό χώρο.

      Το 1700 π.Χ έως το 1450, καταστρέφονται τα ανάκτορα από σεισμό και ανοικοδομούνται πάλι, τότε  δημιουργούνται και οι βασιλικές επαύλεις Ζάκρος, Μάλια.

Το 1400 π.Χ γίνεται ξαφνική καταστροφή από «τσουνάμι»   που δημιουργήθηκε από την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας. Μετά απ’ αυτό αρχίζουν να έρχονται στην Κρήτη τα πρώτα Ελληνικά φύλα οι Αχαιοί. «Άνδρες διαφόρων εθνοτήτων αλλά κυρίως Έλληνες ήρθαν να εγκατασταθούν στην Κρήτη αφού αυτή ερημώθηκε»Βλ.Ηροδότου, Ιστορία, 8, 171, μτφρ. φιλολογική ομάδα Κάκτου.

    Στον Τρωικό πόλεμο το 1300 π.Χ. περίπου, αναφέρει ο Όμηρος, ότι ως Έλληνας συμμετέχει και ο βασιλιάς της Κρήτης Ιδομενέας και ο Μηριόνης και  επτά κρητικές πόλεις: Κνωσός, Φαιστός, Γόρτυνα, Μίλατος, Λύκαστος, Λύκτος, Ρύτιον. Από τότε δείχνουν αξιοθαύμαστη πολεμική ανδρεία κατά τον ιστορικό Ηρόδοτο: «Έπειτα, στην τρίτη γενιά μετά το θάνατο του Μίνωα, ξέσπασε ο Τρωικός πόλεμος, στον οποίο οι Κρήτες αποδείχτηκαν από τους καλύτερους πολεμιστές που είχε στη διάθεσή του ο Μενέλαος»Βλ. Ηροδότου, Ιστορία, 8, 171, μτφρ.φιλολογική ομάδα Κάκτου.

 Όταν επέστρεψε όμως στην Κρήτη ο βασιλιάς Ιδομενέας, δεν έγινε δεκτός, γιατί στην Κρήτη κυριαρχούσαν πλέον οι Μυκηναίοι.Έτσι αναγκάστηκε να φύγει στην Αίγυπτο, όπως και ο βασιλιάς της Σπάρτης Μενέλαος με την ωραία Ελένη, που πήρε από την Τροία, κατά κάποιους ιστορικούς.

     Το 1100-1000 π.Χ., έρχονται και οι Δωριείς το άλλο ελληνικό φύλο.

     Το 350 με 320 π.Χ, στην εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου εναντίον των Περσών συμμετέχουν επίσης με πλοία. Ο περίφημος Ναύαρχος του Μ. Αλεξάνδρου, Νέαρχος γεννήθηκε στην μινωική πόλη Λατώ και σαν έφηβος έζησε στη Μακεδονία. Ήταν ο διοικητής του στόλου στον περίπλου της Ινδικής το 325. Εξερεύνησε την παραλιακή ζώνη από τις εκβολές του ινδικού ποταμού έως τον περσικό κόλπο και κατέγραψε τις παρατηρήσεις του στο ημερολόγιο του που χάθηκε, και στοιχεία του καταγράφηκαν στο έργο του ιστορικού Αρριανού περί « Ινδικής».

     Την περίοδο των διαδόχων του Μ.Αλεξάνδρου, η Κρήτη βρίσκεται στο κέντρο των επεκτατικών βλέψεων των Πτολεμαίων της Αιγύπτου και των ελληνιστικών βασιλείων της ανατολής. Τότε συνάπτουν συμμαχίες με τις μεγάλες ναυτικές δυνάμεις της περιοχής επί των διαδόχων του Μ.Αλεξάνδρου, την Αλεξάνδρεια, τη Ρόδο την Αντιόχεια. Εμφύλιες διενέξεις μεταξύ των σημαντικών πόλεων της εποχής, Κνωσού, Γόρτυνας, Κυδωνίας και Λύκτου, τις εξασθενούν και το 69 π.Χ. γίνονται εύκολη λεία των Ρωμαίων και πρωτεύουσα της Κρήτης ορίζεται η Γόρτυνα.

      Το 33 μ.Χ. οι πρώτοι Κρήτες γίνονται Χριστιανοί στα Ιεροσόλυμα από τον Απόστολο Πέτρο, Πρβλ. Πράξεων Β.

Το 60-61μ.Χ. ο Απόστολος Παύλος οδηγούμενος δέσμιος στη Ρώμη διέρχεται από τον όρμο των Καλών Λιμένων.Βλ.Πράξεων κζ,8.

Το 65-66 μ.Χ. ο Απόστολος Παύλος εγκαθιστά στη Γόρτυνα το μαθητή του Τίτο, πρώτο επίσκοπο Κρήτης, προς τον οποίο απευθύνει από τη Μακεδονία τη γνωστή επιστολή προς Τίτο που αποτελεί τμήμα της Αγίας Γραφής. Ο επεκτεινόμενος Χριστιανισμός συνάντησε μεγάλη αντίδραση στην Κρήτη.

   Το 250μ.Χ στο φοβερό διωγμό του Δεκίου, η Κρήτη πρόσφερε τους Δέκα Μάρτυρες στη Γόρτυνα.

     Το 330 μ.Χ η Κρήτη ανήκει πλέον στη Βυζαντινή αυτοκρατορία μετά την ειρηνική μεταβολή από Ρωμαϊκή σε Ελληνική, που άρχισε  με τον Μ. Κωνσταντίνο. Η περίοδος είναι ειρηνική και ο πλούτος επιτρέπει την ίδρυση μεγαλοπρεπών παλαιοχριστιανικών βασιλικών εκκλησιών, περίπου 40.

    Επί Αυτοκράτορα Ιουστινιανού( 525-565μ.Χ), κτίζεται στη Γόρτυνα μεγαλοπρεπής βασιλική που εξελίχθηκε σε μεγάλο θρησκευτικό κέντρο, ένα από τα μεγαλύτερα της ανατολής, όπως μαρτυρούν και τα εναπομείναντα λείψανά της, μέχρι σήμερα.

    Το 733 μ.Χ. η εκκλησία της Κρήτης αποσπάται, επί αυτοκράτορα Λέοντα Γ΄ του Ισαύρου, από την εκκλησία της Ρώμης και προσαρτάται οριστικά στην Κωνσταντινούπολη.

     Το 824 μ.Χ. την καταλαμβάνουν οι Άραβες Σαρακηνοί από τη βόρειο Αφρική και καταστρέφουν τον περίφημο ναό του Αποστόλου Τίτου στη «χώρα την εξακουστή την έμορφη  Γορτύνη»,Βλ.Βιντζέντζου Κορνάρου,Ερωτότριτος, τ.Α. ,εκδ. Σύμπαν,(χ.χ.τ.), σ. 105

Η αραβοκρατία της Κρήτης κράτησε 140 χρόνια.

      Το Βυζάντιο επιχείρησε πολλές φορές να ανακτήσει την Κρήτη, αλλά οι δυσκολίες ήταν ανυπέρβλητες. Το 961 μ.Χ. την απελευθερώνει ο ένδοξος αραβομάχος αυτοκράτορας Νικηφόρος Φωκάς και υπάγεται ξανά στη Βυζαντινή αυτοκρατορία, με πολιτικό, θρησκευτικό και στρατιωτικό κέντρο το Χάνδακα (Ηράκλειο). Εδώ κτίζεται και ο ναός του Αποστόλου Τίτου στην ίδια θέση που είναι ο σημερινός.

      Στα τέλη του 11ου αιώνα πιθανώς το Βυζάντιο έστειλε στην Κρήτη δώδεκα αρχοντικές οικογένειες που αποτέλεσαν τα ερείσματα της βυζαντινής εξουσίας στο νησί. Είναι τα δώδεκα αρχοντόπουλα που συνθέτουν το μεσαιωνικό μύθο  της Κρήτης. Οι απόγονοι των οικογενειών αυτών, τα ονόματα των οποίων σώζονται μέχρι σήμερα (Φωκάδες, Καλλέργηδες, Μελισσηνοί, Θαλασσινοί, Σκορδίληδες, Γαβαλάδες, Μουσούροι, Βαρούχες, Αρκολέοι, Βλαστοί, Λίτινες), ηγήθηκαν αργότερα σε πολλές επαναστάσεις κατά των Βενετών και στήριξαν την βυζαντινή παράδοση στην Κρήτη,Βλ.Θεοχάρη Δετοράκη,Η Κρήτη των αιώνων και των αγώνων, ό.π., σ.64.

      Το 1204 μ.Χ. μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους και την διανομή των εδαφών η Κρήτη παραχωρήθηκε στον Βονιφάτιο τον Μομφερατικό ο οποίος αμέσως την πούλησε στο Δόγη της Βενετίας, τον Ερρίκο  Δάνδολο και έτσι την καταλαμβάνουν οι Ενετοί. Η εξαιρετικά προνομιακή της θέση, στο νευραλγικό σταυροδρόμι της Μεσογείου εξασφάλιζε στη Βενετία την κυριαρχία των θαλασσών και τη σύνδεσή της με τα μεγάλα κέντρα της ανατολής. Η Κρήτη αντιστέκεται για 150 χρόνια ώσπου να καμθεί οριστικά. Ονομάσθηκε βασίλειο της Κρήτης, Βενετία της ανατολής, με επικεφαλής τον Δούκα της Κρήτης και έδρα τον Χάνδακα(Candia). Η σκλαβιά δεν ήταν τόσο σκληρή γι’ αυτό καλλιεργούνται και τα γράμματα. Τότε δημιουργούνται τα αριστουργήματα της λογοτεχνίας, ο Ερωτόκριτος του Β. Κορνάρου και η Ερωφίλη του Γεωργίου Χορτάτζη. Την περίοδο αυτή αναπτύσσεται και η περίφημη Κρητική σχολή στην αγιογραφία με κυριότερο εκπρόσωπό της τον Θεοφάνη τον Κρη, και τον Μιχαήλ Δαμασκηνό, με τα αδύνατα και ασκητικά πρόσωπα, σε αντίθεση με τα ευτραφή της καθολικής τεχνοτροπίας. Δείγματα αυτής της τεχνοτροπίας υπάρχουν στην Κρήτη και το Άγιον Όρος. Η Βενετοκρατία της Κρήτης διήρκεσε 450 χρόνια.

    Το 1453 κατά την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης, 1000 εθελοντές Κρητικοί με 5 καράβια και αρχηγό τον Καλλικράτη Μανούσο, ξεκινούν για να ενισχύσουν την άμυνα της βασιλεύουσας. Διασχίζουν το Αιγαίο χωρίς πρόβλημα, αλλά στα στενά του Ελλησπόντου συναντούν 60 πλοία του τουρκικού στόλου που πολιορκούσε την Κωνσταντινούπολη. Μετά από σκληρή ναυμαχία βυθίζονται τα 2 από τα πέντε και σκοτώνονται 300.Τα υπόλοιπα 3 διασπούν τον κλοιό και εισέρχονται στην Πόλη ενισχύοντας τους τελευταίους υπερασπιστές της. Απ’ αυτούς διάλεξε ο Φρούραρχος Ιουστινιάνης τους σωματοφύλακές του, που ήταν μαζί του όταν σκοτώθηκε, όπως και η σωματοφυλακή του Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου που ήταν μαζί του όταν σκοτώθηκε, ήταν επίλεκτοι Κρητικοί. Μετά την άλωση επί μερικές ημέρες αυτό το εθελοντικό σώμα των Κρητών εξακολουθούσε να ανθίσταται σ’ ένα πύργο της βασιλεύουσας με περίσσια γενναιότητα, που προκάλεσε το Θαυμασμό του νεαρού Μωάμεθ του πορθητή. Όταν τον πληροφόρησαν ποιοί είναι, διέταξε αν θέλουν να τους δοθεί ένα καράβι και με τον οπλισμό τους να φύγουν για την πατρίδα τους χωρίς κανείς να τους ενοχλήσει. Έτσι και έγινε παρά την αντίθετη γνώμη των τούρκων στρατιωτών που ζητούσαν να τους σφάξουν. Οι απομείναντες Κρήτες εθελοντές πέρασαν τον Ελλήσποντο και ανοίχτηκαν στο Αιγαίο, έχοντας βαριά τραυματισμένο ένα από τους αρχηγούς των τον οποίο αναγκάστηκαν να αφήσουν στα μοναστήρια του Αγίου Όρους για να τον περιθάλψουν. Εκεί γνώρισε ένα Κρητικό μοναχό από την Ανώπολη των Σφακίων στον οποίο διηγήθηκε όλα τα γεγονότα τα οποία κατέγραψε σε χειρόγραφο που διασώζεται στην Ι.Μ.Βατοπεδίου, το οποίο βρήκε και δημοσίευσε ο περίφημος Αγιογράφος και λογοτέχνης Φώτης Κόντογλου.

       Το 1669 καταλαμβάνουν την Κρήτη οι Τούρκοι, μετά από πολιορκία 24 ετών του μεγάλου Κάστρου, του Χάνδακα, Ηρακλείου.Έτσι μετά από 450 χρόνια βενετσιάνικης σκλαβιάς με 126 επαναστάσεις περιέρχεται σε χειρότερη από την προηγούμενη σκλαβιά. Έγραφε ο Ρεθύμνιος ιστορικός του κρητικού πολέμου (1645-1669), Μαρίνος Τζάνες: «Από κακό εις χειρότερον επέσασιν οι μαύροι και δεν κατέχουσιν να πουν, Τούρκοι είν’ καλλιά ή Φράγκοι». Ο Ολλανδός γεωγράφος Ντάπερ στο βιβλίο του «Περί Κρήτης» γράφει: «Ουδεμία χώρα και ουδεμία επαρχία του Οθωμανικού κράτους διοικείται χειρότερον της Κρήτης. Οι Τούρκοι μικροί και μεγάλοι πράττουσιν ό,τι θέλουσι…αι τελεταί των βαπτίσεων και των γάμων διεξάγονται μετά φόβου και τρόμου, ίνα μη οι Τούρκοι ίδωσι την νύμφην και αρπάσωσιν αυτήν από τας χείρας του γαμβρού». Το ίδιο αναφέρει και ο Άγγλος ιστορικός Σμίθ: «Η Κρήτη υπήρξε προ του 1821 η χειρότερη διοικούμενοι περιοχή της Τουρκικής Αυτοκρατορίας».Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ ολόκληρη η Πελοπόννησος είχε ένα μόνο Πασά, σχεδόν πάντοτε απόντα, η Κρήτη είχε τρεις « καθημένους επί του τραχήλου της» επισημαίνει ο ιστορικός Παπαρηγόπουλος. Ένα στο Ηράκλειο ένα στο Ρέθυμνο και ένα στα Χανιά. Μαύρη σκλαβιά απλώθηκε παντού. Δουλεία σκληρή βάναυση και αβάσταχτη, περισσότερο απ’ όποιο άλλο μέρος της Ελλάδας. Λόγω του απομονωμένου του νησιού. «Η επιβίωση του χριστιανικού πληθυσμού, γράφουν οι περιηγητές της εποχής στην Κρήτη, είναι εφιαλτική». Πολλοί δεν άντεξαν και αλλαξοπίστησαν. Ειδικά η στάση των γενιτσάρων ήταν αχαλίνωτη, ασύδοτη, ανεξέλεκτη, ανυπάκουη ακόμα και στο Σουλτάνο, σε βαθμό που έγινε τραγούδι:

 «Θυμηθείτε τσι καιρούς,

που στέλνανε στη Κρήτη τσι πασάδες,

και οπίσω τσι

γιαέρνανε οι Γενιτσαραγάδες».

       Όλα αυτά είχαν οδηγήσει σε τραγική μείωση του πληθυσμού την περίοδο αυτή. Από τις 265.000 μικτού πληθυσμού οι 125.000 ήσαν μουσουλμάνοι και στο μεγαλύτερο μέρος εξισλαμισμένοι χριστιανοί, φανατισμένοι και επιθετικοί περισσότερο από τους τουρκογενείς. Υπήρχαν χωριά «με πεντέξι άνδρες μέσα σε 100 και 200 γυναίκες»,Βλ. Ι.Μουρέλος , Ιστορία της Κρήτης, Ηράκλειο 1950, σ.52.

      Το 1770 γίνεται η επανάσταση με τον Δασκαλογιάννη, ως συμμετοχή στο κίνημα των Ορλώφ. Συλλαμβάνεται και γδέρνεται ζωντανός στο Ηράκλειο. Ήταν προσφιλής τρόπος θανάτωσης των ηγετών των επαναστάσεων από τους Τούρκους, όπως έκαναν και στο Μητροπολίτη Διονύσιο το επονομαζόμενο Σκυλόσοφο στα Γιάννενα το 1601.

     Το 1821 μαζί με την επαναστατημένη Πελοπόννησο, ξεσηκώνεται πάλι και η Κρήτη. Οι Τούρκοι για να τρομοκρατήσουν τον πληθυσμό προέβησαν σε ομαδικές σφαγές. Θανατώνονται από τους Τούρκους τότε στο Ηράκλειο οι Αρχιερείς της Κρήτης:  Μητροπολίτης Κρήτης Γεράσιμος Παρδάλης, Επίσκοπος Κνωσού Νεόφυτος, Επίσκοπος Χερσονήσου Ιωακείμ, Επίσκοπος Λάμπης Ιερόθεος, Επίσκοπος Διουπόλεως Καλλίνικος, και πολλοί άλλοι κληρικοί, πρόκριτοι και 800 άμαχοι .Αποκεφαλίζουν έτσι προληπτικά τη φυσική ηγεσία του λαού, γιατί γνώριζαν ότι οι κληρικοί συνήθως ηγούνται των επαναστάσεων.

     Ζητείται η βοήθεια του Πασά της Αιγύπτου, με αντάλλαγμα να του παραχωρηθεί η Κρήτη και αποβιβάζεται ο Ιμπραήμ,  που με σκληρότητα  και βιαιοπραγίες αφάνταστες καταστέλλει την Κρητική επανάσταση με καθυστέρηση το 1825, συμβάλλοντας έτσι η Κρήτη ουσιαστικά στην εδραίωση της επανάστασης στην Πελοπόννησο με το περιθώριο που έδωσε για να αναδιοργανωθούν, αλλά και γιατί έγινε αθρόα φυγή επαναστατών στην Πελοπόννησο, όπου πολέμησαν βοηθώντας ουσιαστικά στην απόκρουση του Ιμπραήμ και των τουρκαλβανών του, γεγονός που δεν τονίζεται στην νεώτερη ιστορία μας.    

     Έτσι στη θρυλική μάχη του Παπαφλέσσα στο Μανιάκη πολέμησαν 300 Κρητικοί υπό τον Κεχαγιά, Περάκη κ.α.

      Στους Μύλους, Δολιανά, συμμετείχαν γύρω στους 200 υπό τον Χούδαλη, Δαμινό, κ.α.

      Στην μάχη της Πύλου συμμετείχαν 600 Κρητικοί υπό τους Κουρμούλη, Χάλη.

       Στη μάχη του Φαλήρου που σκοτώθηκε ο Γεώργιος Καραϊσκάκης συμμετείχαν πάνω από 300, υπό τους Καλλέργη και Κουρμούλη και έζησαν μόνο 23. Μάλιστα από μερικούς ιστορικούς θεωρήθηκαν υπεύθυνοι της πανωλεθρίας γιατί μέθυσαν και δήθεν παράκουσαν τη διαταγή και άρχισαν τη μάχη πριν την ώρα.

       Στην επίθεση του Κριεζώτη εναντίον των Τούρκων που πολιορκούσαν τον Γκούρα στην Ακρόπολη, από τους 300 άνδρες του οι 120 ήταν Κρήτες.

        Στην πολιορκία του Μεσολογγίου ήταν 350 Κρητικοί και έλαβαν μέρος στην έξοδο και σώθηκαν μόνο 12, Πρβλ. Ι.Χρηστάκη, «Η συμβολή της Κρήτης στην εδραίωση της επανάστασης του 1821 στην  Ελλάδα», Περοδ. ΆΓΚΥΡΑ ΕΛΠΙΔΑΣ, σ.36-37.

   Στην επανάσταση αυτή οι σφαγές ήταν ανηλεείς. Γύρω στους 2.000 ήταν οι νεκροί στο σπήλαιο της Μιλάτου, τους περισσότερους τους ποδοπάτησε το οθωμανικό ιππικό. Κοντά στους 500 οι νεκροί στο σπήλαιο του Μελιδονίου.

     Ένας σοβαρός ιστορικός, ο Διονύσιος Κόκκινος έγραψε: «Το φαινόμενο της επαναστάσεως της Κρήτης είναι μοναδικόν εις όλην την ιστορίαν του ελληνικού αγώνος. Ήτο μία έγερσις εγκαθείρκτου και αλυσοδεμένου τιτάνος με μόνην δύναμιν την ελληνικήν του συνείδησιν, την ζωτικότητά του, την φιλοτιμίαν και την οργήν του. Και αυτή η δύναμις ήτο αρκετή όχι μόνον διά να αρχίσει η επανάστασις αφ’ εαυτής, αλλά και να συνεχισθεί ακατάβλητος, λάμπουσα εις την όλην ελληνικήν εποποιίαν με το φως του αυθορμήτου της…καταδυομένη και αναδυομένη διαρκώς εντός των κυμάτων αίματος, αντλούσα ολοένα δυνάμεις από τον σκληρότατον αγώνα της…».«Γιατί επαναστάτησε η Κρήτη; Γιατί ο Θεός την έφτιαξε ομορφότερη απ’ όλες τις χώρες του κόσμου και οι Τούρκοι την κατάντησαν πιο δύστυχη απ’ όλες. Γιατί έχει καρπούς και γεννήματα αλλά δεν έχει εμπόριο. Γιατί έχει πολιτείες χωρίς δρόμους, χωριά χωρίς στράτες, λιμάνια χωρίς ταρσανάδες, ποτάμια χωρίς γεφύρια, παιδιά χωρίς σχολεία, γιατί έχει δικαιώματα χωρίς νόμους, έχει ήλιο αλλά δεν φωτίζεται..».

      Την περίοδο αυτή δρουν ο Καπετάν Κόρακας, ο Ξωπατέρας στην Οδηγήτρια και ο κρυπτοχριστιανός Κουρμούλης στη Μεσσαρά. Αναφέρεται ότι λίγο πριν την επανάσταση του 1821,150 Κουρμούληδες κρυπτοχριστιανοί, επειδή είχαν ενοχές εμφανιζόμενοι ως μουσουλμάνοι, αν και πάντα κρυφά υπερασπιζόταν τους χριστιανούς, εμφανίστηκαν στο Μητροπολίτη Κρήτης και του ανέφεραν ότι θα αποκαλυφθούν στους Τούρκους ότι είναι Χριστιανοί, και εκείνος τους απέτρεψε λέγοντάς τους, ότι σε λίγο θα τους χρειαστεί η πατρίδα.

      Στην περιοχή του Αμαρίου δρα ο Καπετάν Μητροφάνης,(Καλογεράκης), όπως συνήθιζε να υπογράφει στα έγγραφα που διασώζονται, κατά το έθιμο των άγαμων ιερωμένων που παραλείπουν το επώνυμό τους π.χ Αθανάσιος Διάκος, Παπαφλέσσας, Παλαιών Πατρών Γερμανός κ.λ.π. Για τη δράση και την ανδρεία του, επικηρύχθηκε, καταδιώχθηκε, τραυματίσθηκε, αποκεφαλίσθηκε και το κεφάλι του το πήγαν σε ντορβά στη μάνα του στον Αϊ- Γιάννη, λέγοντάς της. «Αν δεις το γιο σου θα τον γνωρίσεις;» Και ο έφιππος τούρκος αξιωματικός παίρνει το κεφάλι του μέσα από τον ντορβά κρατώντας το από το αυτί και της το δείχνει. Εκείνη η ηρωίδα μάνα, του δίνει την αποστομωτική απάντηση, όπως τη διασώζουν μεταγενέστεροι ιστορικοί:«Σκύλοι και αν σκοτώσετε το Μητροφάνη θαρρείτε θα χαθεί η Χριστιανοσύνη; Όχι δε χάνεται», δείχνοντας έτσι ποιάς ρίζας βλαστός ήταν ο Καπετάν Μητροφάνης. Θυμίζει η στάση της αυτή, την άλλη σύγχρονή της ηρωίδα του 1821, την Μπουμπουλίνα, η οποία, όταν μετά τη μάχη και την κατάληψη του Άργους, είδε σκοτωμένο το γιο της, αφού σκότωσε όσους τραυματίες Τούρκους ήταν γύρω του, στέλνει μήνυμα στην επαναστατική κυβέρνηση, γράφοντας: «Ο γιος μου σκοτώθηκε, αλλά πήραμε το Άργος». Την περίοδο αυτή τα πλούσια κρητικά μοναστήρια συντηρούν δικά τους ένοπλα επαναστατικά σώματα, με δική τους σημαία, των οποίων ηγούντο συνήθως γενναίοι ιερωμένοι, όπως ήταν ο Καπετάν Μητροφάνης του σώματος της Μονής Ασωμάτων Αμαρίου και Αμπαδιάς.

      Η περιοχή Αμπαδιά(νότια περιοχή του Αμαρίου),  πήρε το όνομά της από τον 90 μ.Χ. αιώνα από τον Αμπάδ, Σαρακηνό σεΐχη που εγκαταστάθηκε στην ορεινή αυτή περιοχή με τους άνδρες του μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Σαρακηνούς το 830μ.Χ. Οι Αμπαδιώτες Σαρακηνοί παρέμειναν στην περιοχή αυτή και κατά την τουρκοκρατία. Αποτελούσαν ξεχωριστή φυλή μεταξύ των  υπολοίπων μουσουλμάνων, δεν ήταν τουρκογενείς, διατηρούσαν όχι μόνο τα παλαιά των ήθη και έθιμα, αλλά και τα χαρακτηριστικά της αφρικοαραβικής φυλής των. Ήταν ζωηροί, ευκίνητοι, άξεστοι. Δεν είχαν έλθει ποτέ σε επιμιξία όχι μόνο με τους Χριστιανούς αλλά ούτε και με τους άλλους Οθωμανούς μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους το 1669. Τις σχέσεις των Αμπαδιωτών με τους υπόλοιπους μουσουλμάνους χαρακτήριζε αμοιβαία περιφρόνηση. Οι άλλοι μουσουλμάνοι θεωρούσαν τους Αμπαδιώτες κατωτέρους των, φυλή ξένη και ταπεινή.Το όνομα Αμπαδιώτης μεταξύ αυτών αποτελούσε ύβρι. Αντίθετα οι Αμπαδιώτες μουσουλμάνοι, ήταν υπερήφανοι για την προέλευσή τους από παλαιούς μουσουλμάνους. Είχαν θρησκευτικές διαφορές από τους υπόλοιπους, δική τους γλώσσα, σε αντίθεση με τους άλλους ομοθρήσκους των που μιλούσαν ελληνικά, θεωρούσαν τους άλλους Οθωμανούς νόθους, γιατί προερχόταν σχεδόν όλοι από εξισλαμισθέντες Κρήτες, Πρβλ.Διονυσίου Κόκκινου,Ακαδημαϊκού, Η Ελληνική Επανάσταση, σ.105.Τα εχθρικά αυτά συναισθήματα, των αμπαδιωτών Μωαμεθανών, με τους υπόλοιπους Οθωμανούς, επεχείρησαν να εκμεταλλευτούν οι Χριστιανοί Κρήτες στην επανάσταση του 1821 και να συμμαχήσουν, αλλά προδόθηκαν απ’ αυτούς στον Πασά του Ηρακλείου.

     Το 1866 γίνεται νέα επανάσταση και καταλήγει στο ολοκαύτωμα του Αρκαδίου. Συγκίνησε την Ευρώπη η θυσία αυτή, προβλημάτισε τους διανοούμενους, δημιούργησε νέο κύμα φιλελληνισμού. Ο Βίκτωρας Ουγκώ έγραψε: «Στο μοναστήρι του Αρκαδιού δεκάξι χιλιάδες Τούρκοι πολεμάνε, εκατόν ενενήντα εφτά άντρες και τριακόσιες σαράντα τρεις γυναίκες και παιδιά.Το τούρκικο ασκέρι έχει είκοσι έξι κανόνια και δύο οβούζια. Οι Έλληνες κρατάνε μονάχα διακόσια σαράντα ντουφέκια. Δυο μερόνυχτα βαστάει ο πόλεμος. Το μοναστήρι έγινε κόσκινο από διακόσιες μπόμπες. Ένα τειχί τινάχτηκε κι οι Τούρκοι χύνονται μέσα.Οι Έλληνες συνεχίζουν τη μάχη. Εκατόν πενήντα ντουφέκια έχουν ανάψει, μα παλεύουν ακόμα έξι ώρες από κελί σε κελί κι από σκαλί σε σκαλί.Δυο χιλιάδες  κουφάρια είναι στίβα στην αυλή».

        Το 1897 ξεσπά νέα επανάσταση με σύνθημα «ένωση ή θάνατος». Στέλνεται βοήθεια από το ελληνικό κράτος και αρχίζει ο ατυχής Ελληνοτουρκικός πόλεμος.

        Η αιματοβαμμένη Κρήτη, στενάζει κάτω από τον Τουρκικό ζυγό και την αβάσταχτη σκλαβιά, παρ’ όλα τα αλλεπάλληλα επαναστατικά κινήματα εννέα τον αριθμό που έγιναν τον 19ο αιώνα. «Ως πότε Κύριε; φωνάζουν στο Θεό οι Κρητικοί. Πόσες γενεές και γενεές, πόσες χιλιάδες Κρητικοί έχουν σηκώσει σαν και εμάς τα χέρια τους στον ουρανό φωνάζοντας: Ως πότε Κύριε ως πότε! Δεν είμαστε πέτρες και ξύλα, Κύριε, ψυχή έχουμε, ψυχή μας έδωκες, άνθρωποι είμαστε, ως πότε θα τρέχουν τα αίματα της Κρήτης; Όλο το πέλαο, από τον κρητικό γιαλό ίσαμε τον Ελλήσποντο και την Πόλη, κοκκίνισε!»,Βλ.Ν. Καζαντζάκη, Ο Καπετάν Μιχάλης, εκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα (χ.χ.), σ. 115.

        Το 1898 με την επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης το Κρητικό Ζήτημα λύθηκε προσωρινά με την παραχώρηση της Αυτονομίας και την οργάνωση της Κρητικής Πολιτείας. Η περίοδος 1897-1913 είναι μεταβατική και αποτελεί το προστάδιο για την ένωση με την Ελλάδα, που ήταν ο τελικός στόχος των αγώνων του 19ου αιώνα. Βγαλμένη μέσα από συνεχείς επαναστάσεις και σφαγές δεν μπορεί να αισθάνεται πια χώρια από τη μητέρα Ελλάδα. Την περίοδο αυτή με την αυτονομία που της δόθηκε φαίνεται να γλυκοχαράζει το ποθούμενο, ο μεγάλος της έρωτας, η λευτεριά, που επί 700 συνεχή χρόνια της στερούν. Οι τούρκοι 250 χρόνια τώρα, οι ενετοί 450 χρόνια πριν, οι Σαρακηνοί 140 χρόνια παλιότερα. Φτάνει πια, αρκετά. Ελάχιστα μέρη στον κόσμο, τόσο πολύ υπέφεραν και στερήθηκαν το βασικό ανθρώπινο δικαίωμα, που και ο ίδιος ο Θεός δεν παραβιάζει, την ελευθερία.

     Από το 1900, μεγάλο μέρος Κρητών εθελοντών συμμετέχει στο Μακεδονικό αγώνα. Σημειωτέον ότι το 70% των Μακεδονομάχων ήταν Κρητικοί. Μπορούσαν εύκολα να περάσουν στην τουρκοκρατούμενη Μακεδονία γιατί είχαν τουρκική υπηκοότητα, αφού και η Κρήτη ήταν Τουρκοκρατούμενη. Από τους 30 μακεδονομάχους που είχε ο Παύλος Μελάς στο χωριό που σκοτώθηκε, οι 10 ήταν Κρήτες. Κρήτες Μακεδονομάχοι ήταν αυτοί, που ο ήρωας του μακεδονικού αγώνα Μητροπολίτης Γερμανός Καραβαγγέλης χαρακτήρισε ως τέλειους τύπους πολεμιστών: «Γενναίοι, ευφυείς, τολμηροί, αποφασιστικοί, φιλόδοξοι και έχοντας ανεπτυγμένον το εθνικόν αίσθημα. Είμαι βέβαιος ότι θα ενισχύσωσιν καταπληκτικώς τον αγώνα….»

        Μετά την επιτυχή έκβαση των Βαλκανικών πολέμων και με τους επιδέξιους χειρισμούς του μεγάλου τέκνου της Κρήτης, Ελευθερίου Βενιζέλου, η Κρήτη ενώνεται οριστικά με την Ελλάδα την 1η Δεκεμβρίου 1913.

       Οι Τούρκοι της Κρήτης και μετά την απελευθέρωσή της εξακολουθούν να παραμένουν στην Κρήτη αλλά από  τις αρχές του 20ου αιώνα, φοβισμένοι πια έχουν αποσυρθεί από τα χωριά και την ύπαιθρο στα μεγάλα κάστρα των πόλεων, αφήνοντας τις περιουσίες τους στην οργή των Κρητικών που έκαιγαν τα λιόδενδρα, για να πέσει η αγοραστική τους αξία και να τα αγοράζουν φθηνότερα οι χριστιανοί. Ακόμα διασώζονται οι κουφάλες των γέρικων λιόδενδρων, μαυρισμένες από τη φωτιά των χριστιανών. OΤουρκικός πληθυσμός των πόλεων στις αρχές του εικοστού αιώνα (1900) είναι διπλάσιος και τριπλάσιος του χριστιανικού γι’ αυτό ακριβώς το λόγο, ενώ στην ύπαιθρο υπερτερεί ο χριστιανικός. Βέβαια θα πρέπει να επισημάνουμε εδώ ότι ένα μεγάλο μέρος των μωαμεθανών της Κρήτης δεν ήταν τουρκογενείς αλλά εξισλαμισμένοι Κρήτες, όπως έχουν αποδείξει σχετικές επιστημονικές έρευνες, γι’ αυτό βλέπουμε να έχουν ισλαμικά ονόματα, αλλά κρητικά επίθετα π.χ. Χασάν Καρ….κης, Αλή Δρ…κης κ.λ.π. Βέβαια μετά την αλλαγή του θρησκεύματός των, αλλοιωνόταν και η εθνική τους συνείδηση και δεν αισθανόταν πλέον Έλληνες και οι υπόλοιποι Κρήτες τους θεωρούσαν προδότες. Πολλές φορές δε, ήταν και πιο φανατισμένοι από τους Τούρκους, γι’ αυτό και στην ανταλλαγή των πληθυσμών το 1922, έφυγαν μαζί με τους άλλους Τούρκους μωαμεθανούς, γιατί δεν αισθανόταν Έλληνες, αλλά και γιατί κινδύνευαν για την προδοσία τους αυτή. Είναι ολόκληρα χωριά τουρκοκρητικών που εγκαταστάθηκαν στη Μ. Ασία, πολλοί εκ των οποίων δεν γνώριζαν καθόλου την τουρκική γλώσσα, διατηρώντας όλα τα κρητικά έθιμα, μέχρι σήμερα.

 

                                   ΕΥΤΥΧΙΟΣ  Σ. ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗΣ

 

           Σύμβουλος Δευτ/θμιας Εκπ/σης Περιφ. Πελοποννήσου-Ζακύνθου

Αριθμός Προβολών: 62