Γράφει ο Σταύρος  Φωτάκης

Είναι διαπιστωμένη η συνεχόμενη μείωση του πληθυσμού της υπαίθρου γενικότερα και η ραγδαία αύξηση του πληθυσμού των πόλεων, κωμοπόλεων και παραθεριστικών οικισμών, ιδίως τα τελευταία χρόνια. Η μετακίνηση αυτή των κατοίκων της υπαίθρου, προς τα αστικά και τουριστικά αναπτυσσόμενα κέντρα, δημιουργεί δυστυχώς δυσάρεστες συνέπειες. Ερημώνονται τα χωριά και εγκαταλείπονται στη μοίρα τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Σ’ αυτό βέβαια συντελεί και η θνησιμότητα των μεγαλύτερων σε ηλικία, αλλά και η υπογεννητικότητα, αφού δεν παραμένουν πια νέοι στα χωριά για να κάμουν παιδιά. Αυτή η σκληρή διαπίστωση καταγράφεται δυστυχώς και στα δικά μας τα χωριά, τα Αμαριώτικα.
Το κακό χειροτερεύει μέρα με τη μέρα, παρά τις διαβεβαιώσεις για καλύτερες μέρες, με τη δημιουργία εδώ και 12 χρόνια των Καποδιστριακών Δήμων. Αντίθετα, τα χωριά μας εγκαταλείφθηκαν ακόμη περισσότερο, με το ενδιαφέρον να επικεντρώνεται κυρίως στην ανάπτυξη της έδρας των Δήμων. Οι κάτοικοι των χωριών μας μειώνονται συνεχώς. Τα σπίθια καταντούν φαντάσματα και φοβούμαι πως αργότερα θα κατοικούνται μόνο από ποντικούς, νυχτερίδες κι αράχνες. Δυστυχώς, η τ. Επαρχία Αμαρίου, το φτωχό και εγκαταλειμμένο Αμάρι, δεν έχει ούτε πόλη, ούτε παραλία (είχαμε και μας την πήρανε), για να κρατήσει τους μετακινούμενους κατοίκους της. Περπατώντας τα σοκάκια των χωριών μας σε πιάνει θλίψη και απογοήτευση, αλλά αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα. Τα Σκολειά κλείσανε, αφού δεν γεννιούνται παιδιά. Χαθήκανε οι παιδικές φωνές, ερημώσανε οι ρούγες και οι εναπομείναντες κάτοικοι νοιώθουνε απροστάτευτοι από όλες τις πλευρές. Τα πάντα μειώνονται εκτός από την εγκληματικότητα, που αυξάνεται συνεχώς. Η αδιαφορία του Κράτους σε όλα τα επίπεδα είναι δεδομένη. Το μοντέλο αυτό απέτυχε και ήδη επιχειρείται νέο. Μακάρι να πετύχει για το καλό του τόπου.
Έτσι λοιπόν απομένει ο ίδιος ο πολίτης να προστατέψει και να νοικοκυρέψει τον τόπο του. Ιδιαίτερα θετική είναι η συμβολή αρκετών αποδήμων που αγαπούμε τον τόπο μας, διατηρούμε δεσμούς με τα χωριά μας τα οποία θέλομε να κρατηθούν ζωντανά, να μην κλείσουν οριστικά τις πόρτες. Προσπαθούμε να συμβάλομε, μα ό,τι κι αν κάνομε η πρωτοβουλία ανήκει στους μόνιμους κατοίκους, που βρίσκονται συνέχεια στα χωριά και αντιμετωπίζουνε όλες τις δυσκολίες. Σ’ αυτούς ανήκει η συντήρηση και η διατήρηση της φυσιογνωμίας των οικισμών. Και είναι αξιέπαινες οι προσπάθειες που γίνονται, τόσο από τους τοπικούς εκπροσώπους και τους πολιτιστικούς φορείς, αλλά και από μεμονωμένα άτομα, να κρατήσουν τα χωριά μας ζωντανά, καθαρά και περιποιημένα κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες. Τους αξίζει δημόσιος έπαινος.
Για το λόγο αυτό προτείνω στους αγαπητούς κ. Δημάρχους μας να καθιερώσουν την επιβράβευση εθελοντικού ευπρεπισμού, αφενός μεν στον ευπρεπέστερο οικισμό, αφετέρου δε στην ευπρεπέστερη οικία σε κάθε οικισμό. Συμβολικά βραβεία στους διακριθέντες θα αποτελέσουν κίνητρα προστασίας της υγείας όλων, αλλά και διατήρησης της φυσιογνωμίας των οικισμών. Η διαδικασία αυτή μπορεί να γίνεται τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο (Πάσχα – Αύγουστος), η δε εφαρμογή δεν απαιτεί ιδιαίτερη φιλοσοφία.
Εκτιμώ ότι, με το κίνητρο αυτό θα αναδειχθεί ο εθελοντικός ευπρεπισμός (καθαριότητα και συντήρηση παλιών και νέων σπιτιών και δημόσιων χώρων), για μια πιο ανθρώπινη διαβίωση, για ένα υγιές περιβάλλον. Με τέτοιες απλές μικρές πρωτοβουλίες αναδεικνύεται ο εθελοντισμός και η συλλογική προσπάθεια.
Κλείνοντας θέλω να ξεκαθαρίσω πως, ό,τι λέω κι ό,τι γράφω το κάνω αποκλειστικά και μόνο από υπερβολική αγάπη για τον τόπο μου, για να βοηθήσω χωρίς καμιά απολύτως προσωπική αντιπαράθεση ή επιδίωξη ή οποιουδήποτε είδους προβολή και ανταμοιβή. Γιαυτό λέω και γράφω τα πράματα με τ’ όνομά τους, δεν χαϊδεύω τ’ αυτιά κανενός και δεν κρύβομαι πίσω από το δάχτυλό μου.
Πολλά τα Έτη σας.
Γενάρης 2010

 

Αριθμός Προβολών: 1