(Γράφει ο Σύλλογος Βρυσσανών Αθήνας )

Ο πάπα Θεοχάρης γεννήθηκε το 1933 στο φτωχό και ευλογημένο τόπο, στις Βρύσσες Αμαρίου.  Εκεί έζησε τα δύσκολα προπολεμικά χρόνια αλλά και τα ακόμα δυσκολότερα της Γερμανικής κατοχής.
Στα 11 χρόνια του βρέθηκε ορφανός μετά τον σκοτωμό του πατέρα του από τους Γερμανούς, σ’ ένα χωριό κατεστραμμένο με ελάχιστο ανδρικό πληθυσμό και μαυροφορεμένες γυναίκες που προσπαθούσαν να κρατηθούν στην ζωή και να μεγαλώσουν τα παιδιά τους.  Δεν είχε άλλη διέξοδο παρά την μίζερη ζωή του Ορφανοτροφείου Ρεθύμνης.  Τα χρόνια περνούσαν με πολλές στερήσεις και έφθασε στο Γυμνάσιο. Αγαπημένη του στιγμή ήταν μια φορά την εβδομάδα όταν ερχόταν το βουργιαλάκι με το λεωφορείο από το χωριό, με το σπιτικό φαγητό της μάνας του, λίγο τυρί, ελιές, ψωμί και ότι άλλο μπορούσε να διατεθεί από τις προσπάθειες μιας μάνας και δύο μικρότερων αδελφών. Τελείωσε το γυμνάσιο και ο Θεοχάρης ένιωθε την ανάγκη να βοηθήσει την οικογένειά του, ως προστάτης ,αλλά και να δημιουργήσει κάτι και για τον εαυτό του.  Άρχισε σκληρή δουλειά στα χωράφια, μεροκάματα σαν εργάτης και μυλωνικές σε ξένους.  Ο στρατός ήταν ένα μικρό διάλειμμα αλλά ένιωθε την ανάγκη να κάνει κάτι, ν’ ανοίξει τα φτερά του και να ξεφύγει λίγο από την βιοπάλη της καθημερινότητας για τα προς το ζην.


Στα 25 του χρόνια, ύστερα από ώριμη σκέψη και κλίση από τον Θεό, ανακοίνωσε ένα βράδυ στο σχολείο του την μεγάλη απόφαση ν’ ακολουθήσει την Ιεροσύνη.  Δύο χρόνια μετά από την φοίτησή του στο Φροντιστήριο της Εκκλησιαστικής Σχολής Κρήτης, έρχεται εις γάμον κοινωνία με την Γεωργία Μαθιουλάκη από τις Βρύσσες, το 1959.  Στις 30 Ιουλίου 1960 χειροτονείται Διάκονος και την επόμενη ημέρα χειροτονήθηκε Ιερέας από τον μακαριστό τότε Μητροπολίτη Λάμπης και Σφακιών Ισίδωρο.
Αμέσως άρχισε η νέα περίοδος ως εφημέριος στα χωριά Αγία Ρούμελη, Αράδενα, Σαμαριά και Άγιο Ιωάννη ,μακριά από την παπαδιά και το νεογέννητο παιδί τους και κάτω από τις αντίξοες συνθήκες εκείνης της εποχής.   Υπέφερε καρτερικά μέχρι που έφυγε με μετάθεση στη Λαμία ο παπά Δημήτριος και τον αντικατέστησε στο χωριό. Έφερε στον κόσμο πέντε παιδιά, τα μεγάλωσε, τα πάντρεψε και χάρηκε 12 εγγόνια.  Τον αξίωσε ο Θεός να φορέσει το τιμημένο ράσο, να γίνει λειτουργός του, να σηκώσει τον Σταυρό του ιερού καθήκοντος και να βαστήξει τον ονειδισμό του Κυρίου μισό αιώνα.  Ο δρόμος που ακολούθησε ήταν δύσκολος και ανηφορικός αλλά έμεινε πιστός στην υπόσχεση που έδωσε στο Θεό για 53 ολόκληρα χρόνια.  Υπηρέτησε την ενορία Βρυσσών και παράλληλα κατά διαστήματα και τα γειτονικά χωριά Ελένες, Γερακάρι, Δρυγές, Άνω Μέρος και Χορδάκι.
Ήταν ο παπάς που χωρίς ψάλτη θα ολοκλήρωνε πάντα το μυστήριο της Θείας Λειτουργίας.
Ήταν ο παπάς που οδηγούσε το ποίμνιο του από τα ακροκλίσια της ενορίας μέχρι τις κορφές του Κέντρους στο Άγιο Πνεύμα και στην Ανάληψη και μέχρι τον Τίμιο Σταυρό στην κορφή του Ψηλορείτη.
Ήταν ο παπάς που ιεργούσε την ακολουθία του Επιτάφιου και της Ανάστασης την ίδια μέρα σε δύο ενορίες.
Ήταν ο παπάς που έτρεχε στα προβλήματα των ανθρώπων χωρίς να κουράζεται και να βαρυγκωμάει, σε χαρές και λύπες.
Όμως ήταν και ο πρόσχαρος άνθρωπος, ο αισιόδοξος που συζητώντας μαζί του θα έπαιρνες δύναμη για ν’ αντιμετωπίσεις τα προβλήματά σου με την δύναμη του Θεού.
Ήταν ο άνθρωπος που είχε το σπίτι και την καρδιά του ανοιχτά για όλους.  Πολλές φορές θυσίαζε ανάγκες της οικογένειας για τους φίλους, για την παρέα, για τις λίγες καλές στιγμές που έχουμε σ’ αυτή την ζωή.
Ήταν ο άνθρωπος που θα έσερνε πρώτος το χωριό στα πανηγύρια, που θα τραγουδούσε με την αξέχαστη φωνή του τις μαντινάδες και τα ριζίτικα και θα σου εξιστορούσε ιστορίες και περιπέτειες της ζωής.
Ήταν ο άνθρωπος που προσπαθούσε να συμβιβαστεί με το περιβάλλον και με τις συνθήκες που υπήρχαν και να κάνει την ζωή του πιο ευχάριστη και πιο κοντά στο Θεό.
Όταν οι δυνάμεις του άρχισαν να τον εγκαταλείπουν κάθισε στο παράθυρο του σπιτιού του και έβλεπε την ζωή που πέρασε και την ζωή των νέων που έρχεται.  Πλησίασε ακόμα πιο πολύ τον Θεό και περίμενε την χάρη Του.
Έφυγε από την επίγεια ζωή στις 15 Δεκεμβρίου 2011.
Ας είναι ελαφρύ το Βρυσσανό χώμα που τον σκεπάζει και να έχουμε την ευχή του.

Ο σύλλογος Βρυσσανών Αθήνας

 

Αριθμός Προβολών: 42