(Αναδημοσίευση από : http://amariotes.gr/)

Ελένες
•    Απόσταση από Ρέθυμνο: 38,5 χλμ. (Διαδρομή: Στο δρόμο προς Αμάρι- Απόστoλοι-Μέρωνας – Ελένες)
•    Υψόμετρο: 640 μ.
•    Πληθυσμός: 1991: 109 κάτοικοι
(1940: 262 κάτοικοι)
Περισσότερα...

Οι Ελένες, των πολλών υδροφόρων πηγών και των ολίγων κατοίκων σήμερα, διαθέτουν ένα πλούσιο υπέδαφος πολιτισμού που ανάγεται στην προϊστορία και τους μακρούς ιστορικούς αιώνες της Κρήτης.
Η ονοματοδοσία του χωριού, κατά παράδοση από δύο φερώνυμες μοναχές της Καλόειδενας οι οποίες εγκαταστάθηκαν “οιμέ ποτε” σ’ αυτό, δεν λύνει, ασφαλώς το ζήτημα της προχριστιανικής ύπαρξης και της πορείας του. Ευρήματα αρχαιολογικών ανασκαφών της δεκαετίας 1930 πιστοποιούν την υπόσταση μινωικού πολιτισμού αν κρίνομε από τους διπλούς πέλεκεις και τα θραύσματα αγγείων που βρέθηκαν εδώ και φιλοξενούνται ήδη στα μουσεία Ρεθύμνου και Ηρακλείου.
Το 1927 ο ακαδημαϊκός Σπυρίδων Μαρινάτος αποκάλυψε την είσοδο προϊστορικού σπηλαίου απέναντι στο χωριό, γνωστού ως “τρύπα του Μαργελέ”, ανεξερεύνητου βάθους, με σταλακτίτες και σταλαγμίτες. Αργότερα ο Γάλλος σπηλαιολόγος Paul Faure διαπίστωνε ίχνη προϊστορικής ζωής τα οποία κατατάσσουν τις Ελένες στους αρχαιότατους οικισμούς της Κρήτης. Τα πορίσματα της έρευνάς του μας είναι δυστυχώς άγνωστα. Μνημεία εξ’ άλλου της μέσης βυζαντινής περιόδου σημειώνονται, όπως ο πάλαι ποτέ κατάγραφος Ναός της Μεταμόρφωσης (Αφέντης Χριστός), ερειπωμένος, στο κέντρο του σημερινού νεκροταφείου και ο ενοριακός, αφιερωμένος στη μνήμη του πολιούχου Αγίου Νικολάου. Τον τελευταίο κοσμούν αξιόλογες τοιχογραφίες λαϊκής τεχνοτροπίας του12ου αιώνα. Στη δεκαετία 1920 ο Ναός εξωραΐστηκε με εισφορές του Στυλιανού Μ. Μαρκαντώνη, ευεργέτη του χωριού και ενοριτών οι οποίες συνεχίζονται. Αναπαλαίωση της εξωτερικής όψης του κτιρίου πραγματοποιήθηκε πριν είκοσι χρόνια με πρωτοβουλία της Εφορίας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Κατά την ανέγερση δευτέρου κλίτους (1780), αφιερωμένου στην κοίμηση της αγίας Άννας, γκρεμίστηκε μέρος της νότιας πλευράς και καταστράφηκαν παλαιές τοιχογραφίες, ενώ βεβηλώσεις άλλων, από τους Τούρκους, οδήγησαν στην κάλυψή τους με ασβέστη. Το βυζαντινό παρεκκλήσι του αγίου Γεωργίου, δίπλα στη βρύση του χωριού, σωζόταν σε ερείπια εικονογραφημένα, έως το 1950 οπότε αρχίζει “εκ βάθρων”ανοικοδόμηση νέου κτιρίου για να ολοκληρωθεί αργότερα και να λάβει τη σημερινή μορφή του. Τέλος το εξωκλήσι της αγίας Ειρήνης, στον ομώνυμο λόφο, όπου βρέθηκαν η μικρή εικόνα της και δύο πελεκητές πέτρες άγνωστης εποχής, χτίστηκε το 1982 με πρωτοβουλία του εφημέριου και εγκαινιάσθηκε σε πανηγυρική ατμόσφαιρα (5 Μαΐου 2001) από τον οικείο Επίσκοπο.
Την συνεχιζόμενη παρουσία ζωής, 3000 χρόνων και πλέον, τεκμηριώνουν ευρήματα της αρχαιολογικής σκαπάνης και όσα κατά καιρούς φέρει στην επιφάνεια η διαβρωτική ενέργεια των νερών και η γεωργική δραστηριότητα των κατοίκων. Θραύσματα προϊστορικών αγγείων, λίθινα εργαλεία και νομίσματα πρωτοβυζαντινής και μεταβυζαντινής εποχής, ανακαλύπτονται σε διάφορες τοποθεσίες μέχρι και σήμερα.
Στοιχεία λαογραφικού ενδιαφέροντος, σημαντικά της μακράς παράδοσης, μπορεί κανείς να αντλήσει όπως το θρύλο της θαμένης, χρυσής γουρούνας με τα χρυσά γουρουνάκια στη θέση Δισκιανά πλάι στη βρύση του χωριού. Λέγεται ακόμα ότι σε εισβολή των τούρκων, εμφανίστηκε ο άγιος Νικόλαος καβαλάρης τρέποντάς τους σε άτακτη φυγή. Ίχνη βημάτων του αλόγου, πάνω σε πέτρες, θύμιζαν στις επόμενες γενεές το θαυμαστό συμβάν. Με την πρόσφατη ανακατασκευή του αρχαίου, λιθόστρωτου δρόμου η παράδοση αυτή, δυστυχώς, ξεριζώθηκε, όπως και τα μινωικά πατητήρια της ομώνυμης τοποθεσίας, λίγα μέτρα πιο πάνω.
Στην κορυφή του παρακείμενου λόφου, της “Εγκουσάτης”, με τους αιωνόβιους δρύες σώζονται τα ερείπια τούρκικων φυλακίων (κουλέδες) και σε μικρή απόσταση υπολείμματα κτισμάτων (κονάκια) προφανώς για διαμονή των φρουρών.
Κατά μήκος του ποταμού (Πλατύ) που διαρρέει και διαιρεί τη μικρή κοιλάδα του χωριού εντοπίζονται οι δύο αλευρόμυλοι με τα επιβλητικά “λιγάτα” τους πνιγμένα στους ολοπράσινους κισσούς. Εδώ ερχόταν οι κάτοικοι των γειτονικών χωριών με τα υποζύγια τους φορτωμένα σιτηρά για το ευλογημένο ψωμί της οικογένειας. Η διακοπή της λειτουργίας τους, στη δεκαετία 1950-1960, σηματοδότησε την αρχή σταδιακής αποδόμησης της οικονομικής και της κοινωνικής ζωής και συνετέλεσε στην αύξηση του μεταναστευτικού ρεύματος και τη διαμόρφωση της σημερινής εικόνας του χωριού. Η μετανάστευση αυτής της περιόδου κόστισε ακριβότερα εκείνης του 1900, όταν νέοι ξεπατριζόταν για να γλιτώσουν από τη μιζέρια και τη σκλαβιά. Φεύγοντας στήριξαν γονείς και αδελφές ή μπόρεσαν να ευεργετήσουν τον τόπο τους όπως ο Στυλιανός Μ. Μαρκαντώνης. Τώρα όμως γονείς και παιδιά μεταναστεύουν χωρίς προοπτική επιστροφής ενώ οι γέροντες και τα σπίτια, που μένουν, παραδίδονται στην κοινή μοίρα. Έτσι, με τις τωρινές συνθήκες, η αναβίωση του χωριού, μοιάζει όνειρο νοσταλγών και ελπίδα που ζει ακόμα αλλά μόνο στο χώρο του φανταστικού.
Στη μακρά περίοδο της τουρκοκρατίας, απ’ όπου διασώζονται στοιχεία τα οποία δεν έχουν καταγραφεί, διαφαίνεται ότι η παράδοση τηρήθηκε σχεδόν αναλλοίωτη. Η συχνή απουσία των κατακτητών, που διάλεγαν ως τόπο διαμονής τα εύφορα και μεγάλα χωριά, ευνοούσε τους κατοίκους να ασκούν χωρίς φόβο τα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Οι επιδρομές τούρκων, γερακαριανών κυρίως, όπως του τρομερού Κακάλη, δεν ήταν συχνές ούτε αναφέρονται σφαγές και εξισλαμισμοί. Το χωριό χτισμένο σε κλειστό μέρος δεν έδινε στόχο και δεν ήταν διάβαση προς άλλα χωριά.
Όλα αυτά διασφαλίζουν κάποια ελευθερία των κατοίκων που αποδεικνύεται και με την οικοδόμηση της αγίας Άννας σε μια περίοδο ακμής της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Η καθομιλουμένη γλώσσα, με τα ομηρικά και κλασικά στοιχεία, πλουτίζεται από το θησαυρό της κρητικής γλωσσικής αναγέννησης του 17ου αιώνα, (Ερωτόκριτος, Ερωφίλη), ενώ στη διαδρομή των αιώνων έχει ενσωματώσει λέξεις αραβικές, βενετσιάνικες και φυσικά τουρκικές και άλλες, εξελληνισμένες ή ατόφιες.
Η γλωσσική αυτή κληρονομιά μειώνεται σταδιακά μετά την απελευθέρωση και τη ένωση της Κρήτης, για να περιοριστεί μόνο στα πρόσωπα της μεγάλης ηλικίας. Σήμερα ο γλωσσικός εκείνος πλούτος τείνει να εξαφανιστεί και μαζί του μια παράδοση κι ένας πολιτισμός αιώνων. Σημειώνουμε δειγματοληπτικά λέξεις αγροτικού, ποιμενικού, επαγγελματικού και οικιστικού βίου, ζωντανές στη γλώσσα των κατοίκων μέχρι τη δεκαετία 1960, όπως λ.χ.: αδράχτι, αειδόνισσος, αλεκατισά, αραγός, άρκλα, αύκλα, βίγλα, βουργιάλι, γέμι, γιορντανές, γίγλα, δώμα, έγκριφας, θεμωνέ, θρινάκι, θρωμύλι, καντηλιέρι, κατακλείδι, κερκέλι, κομπάσο, κριμπάτσι, λαΐνα, λιόκουρνο, μακάτι, ματσιπέτι, μαρέντα, μουκατάς, μουσκούλα, μουστερής, μπογάζι, μποτζαλέ, νάκλι, νισάφι, ντανάς, ντορμπάς, ντουκιάνι, ξαθέρι, παρασθιά, πυρόμαχος, ροζονάρισμα, ρούγα, σκλώπα, σταβάρι, σφεντήλι, τζένιο, τραπουζάνι, χαράρα, χιράμι, φαλτσέττα, φαμέγιος, φασίδι.
Ο πληθυσμός, στην εκατονταετία 1850-1950, διακυμαίνεται ανάμεσα σε 150 μέχρι 200 ψυχές. Το έτος 1945 ζουν μόνιμα στο χωριό 186 πρόσωπα σύμφωνα με ονομαστική κατάσταση διανομής τροφίμων. Στις επόμενες δεκαετίες ο αριθμός μειώνεται δραματικά φτάνοντας, το 2001, στους 45 μόνιμους κατοίκους. Στο ίδιο διάστημα σημειώνεται ένταση του μεταναστευτικού ρεύματος προς άλλες πόλεις ή χώρες, όχι όμως και στοιχεία για τους πολλαπλάσιους σε αριθμό μετανάστες.
Ο παραδοσιακός χαρακτήρας των Ελενών διασώζεται σε λίγα μόνο παλαιά οικήματα, με καμάρες, πέτρινες εισόδους και προαύλια που άντεξαν την καταλυτική μανία του χρόνου και του τσιμέντου. Ανεπανόρθωτη βλάβη της αισθητικής εικόνας προξένησε η τελευταία διαπλάτυνση του λιθόστρωτου δρόμου προς τη βρύση, η ασφαλτόστρωση και η εξαφάνιση των δύο κήπων και της επιβλητικής καμαρόπορτας (του Πολιτομιχάλη) στο κέντρο του χωριού.
Στα αξιοθέατα, εκτός από τις ειδυλιακές, φυσικές τοποθεσίες προβάλλεται το Δημοτικό Σχολείο με τον πευκώνα και το υδραγωγείο καθώς και η πλατεία με τη βρύση και τα άφθονα νερά. Ο επισκέπτης του μνημειακού Ναού του αγίου Νικολάου (12ος αιώνας) και ο στρατοκόπος, θα βρουν αναψυχή στη φιλόξενη βρύση κάτω από τα θεόρατα πλατάνια. Το κτίριο, με το πρωτοποριακό σύστημα ύδρευσης και εξυπηρέτησης των αναγκών του χωριού, οικοδομήθηκε “δαπάνη Στυλιανού Μιχ. Μαρκαντώνη, 1927”, διαβάζομε στη μαρμάρινη επιγραφή.
Στο υψηλότερο σημείο, μέσα σε κατάφυτο, εκτεταμένο κήπο υψώνεται μεγαλόπρεπο το Σχολείο. Όλα δείχνουν ότι έχει τελειώσει την αποστολή του πριν λίγες δεκαετίες. Η χάλκινη προτομή απέναντι και οι ευεπίγραφες, μαρμάρινες πλάκες στο υπέρθυρο και στο υδραγωγείο μαρτυρούν τον ίδιο χορηγό της βρύσης αλλά και το ασίγαστο πάθος του ξενιτεμένου για τον τόπο του.
Στη διαδρομή του εικοστού αιώνα σημειώνονται στις Ελένες οι παρακάτω διοικητικές και εκκλησιαστικές μεταβολές. Μετά την απελευθέρωση και την ένωση (1913) το χωριό υπάγεται στο Δήμο Μέρωνα και αργότερα στην κοινότητα Γερακάρη. Το 1951 δημιουργείται η κοινότητα Ελενών, με συμμετοχή του γειτονικού χωριού Μεσονήσσια η οποία λειτουργεί μέχρις εφαρμογής του σημερινού καθεστώτος “περί δήμων” και του Νόμου “Καποδίστριας”. Από το 1998 τα δύο χωριά υπάγονται πλέον στο νέο Δήμο Συβρίτου.
Την εκκλησιαστική διοίκηση της περιοχής ασκεί ο Επίσκοπος Λάμπης και Σφακίων, πριν και μετά την ανάδειξή του σε Μητροπολίτη, με την προσθήκη “Συβρίτου”, όπου δηλώνεται και τυπικώς η πνευματική εξάρτηση της επαρχίας Αμαρίου. Η σύσταση της ενορίας Ελενών ανάγεται σε μακρινή εποχή αλλά ο ακριβής χρόνος είναι δύσκολο να καθοριστεί. Τις λατρευτικές ανάγκες καθώς και τη διαποίμανση των κατοίκων εξυπηρετούν, κατ’ ανάθεση, ιερείς της ενορίας Γερακάρη, τουλάχιστον τα πρώτα 50 χρόνια του περασμένου αιώνα.
Τέλος από το 1955 την πνευματική διακονία της Ενορίας αναλαμβάνουν, μέχρι και σήμερα, ιερείς έχοντας οργανική θέση και δικαιοδοσία τις Ελένες και τα Μεσονήσσια.
Τα καλοκαίρια οι κάτοικοι αυξάνονται λόγω της επιστροφής νοσταλγών που προσελκύονται από το σπάνιο φυσικό περιβάλλον και κάποιοι από την επιθυμία να ανακαινίσουν εστίες πατρογονικές.

* Ο Νικόλαος Κ.Μαρκαντώνης είναι Θεολόγος και Συγγραφέας.
________________________________________
Απόσπασμα από το λήμμα “Ελένες” από το βιβλίο “Πόλεις και Χωριά της Κρήτης” του Στέργιου Σπανάκη:
Χωριό και Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Συβρίτου. Αναφέρεται στην επαρχία Αμαρίου, το 1577 από το Fr. Barozzi (Fo 27v) Selenes (υποθέτω πως εννοεί Sant.Εl.), από τον Καστροφύλακα (Κ 176) Εllenes, με 147 κατ. τo 1583, από τo Βασιλικάτα (Μνημεία Κρητ. Ιστ.V, σ.129) Sante Εlenes το 1630, στην απογραφή του 1834 Elaines (Ρashley, Τravels in Crete, ΙI, 314) με 6 χριστιαν. και 4 τoύρκ. oικογένειες, στην απογραφή τoυ 1881 αναφέρεται Ελέναις στο δήμο Μέρωνα, κάτ. Χριστιαν. 91, τo 1900 είναι στον ίδιο δήμο Ελένες, κάτ.127, τo 1920 Ελένες στον αγροτ. δήμο Γερακάρι, κάτ. 115, το 1928 κάτ. 124, το 1940 αι Ελέναι είναι έδρα oμώνυμης κoινότητας, κάτ. 134, το 1951 κάτ. 158,τo 1961 κάτ. 111 και τo 1971 κάτ. 78.
Ο Εμμ.Λαμπρινάκης, (Γεωγραφία της Κρήτης σ.112) χαρακτηρίζει τoν oικισμό μετόχι.
Η βυζαντινή εκκλησία του Αγ. Νικολάου, πατέρα του χωριού, όπως τον αποκαλούν οι κάτοικοι, έχει ενδιαφέρoυσες τoιχογραφίες του 1609, (Άγιοι Θεόδωροι, Ρωμανός, Γεώργιος, Δημήτριος, Κοίμηση της Θεoτόκoυ, Αρχάγγελοι, κάθοδος στον Άδη, Αποκαθήλωση, Βαϊφόρoς κ.λπ.) (Βλ.G.Gerola -Λασιθιωτάκη, Τoιχoγραφημένες εκκλησίες της Κρήτης, σ.63).
Απέναντι από το χωριό είναι τo σπήλαιο του Μαργυλέ η τρύπα, όπoυ βρέθηκαν νεολιθικά και πρωτομινωικά ευρήματα. Η αναγραφή του ονόματoς από το Φρ. Βασιλικάτα Sante Elenes πρoϋποθέτει την ύπαρξη εκκλησιών, καθιερωμένων στην Αγία Ελένη. Παρόμοιο παράδειγμα έχομε τo χωριό Αγιές Παρασκιές.


Πρόσφατα Άρθρα Χωριού

ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΜΙΧ. ΜΑΡΚΑΝΤΩΝΗΣ 1875-1962

Βραχύ σκιαγράφημα βίου και δράσεων ενός μεγάλου ευπατρίδη (Στα εξήντα χρόνια από την εκδημία του) Νικόλαος Κ. Μαρκαντώνης   Δευτερότοκος γιος του Μιχαήλ Μαρκαντώνη και της Άννας το γένος Βούλγαρη από Νευς Αμάρι, γεννήθηκε στις Ελένες και ευδοκίμησε στη Νέα Υόρκη. Πνεύμα ερευνητικό και ανήσυχο με επίδοση στα γράμματα και στο εμπόριο κατάφερε βοηθούμενος από […]

Περισσότερα

Αριθμός Προβολών: 313