Του Μιχάλη Γ. Βοσκάκη
Μια από τις πιο σύντομες και περιεκτικές φράσεις που αποδίδει σε μεγάλο βαθμό τη σημασία της Τέχνης στη ζωή του ανθρώπου, διαχρονικά, είναι και η
φράση του Νίκου Εγγονόπουλου «Η ζωή, ο θάνατος κι αναμεσίς η Τέχνη». Ο Εγγονόπουλος (1907-1985), καθηγητής του Ε.Μ. Πολυτεχνείου, καταξιωμένος ποιητής, ζωγράφος και σκηνογράφος, μέλος της καλλιτεχνικής ομάδας «ΑΡΜΟΣ» που η δράση της εντοπίζεται σε διάστημα τεσσάρων περίπου χρόνων, αμέσως μετά την Κατοχή και τον Εμφύλιο Πόλεμο, θα είχε σίγουρα ανταλλάξει απόψεις περί Τέχνης με τον Μανώλη Νουκάκη (1920-2010), που ως γνωστόν ήταν ένας μεγάλος Κουρουθιανός καλλιτέχνης, γλύπτης αλλά και ζωγράφος (ψηφιδωτό κλπ), που και αυτός υπήρξε μέλος της ίδιας καλλιτεχνικής ομάδας και πρόσφερε πολλά στην τέχνη που υπηρέτησε πιστά και ταυτόχρονα στο χωριό του. Όλοι οι Κουρουθιανοί -και όχι μόνο- έχουμε θαυμάσει τα έργα του μέσα στο χωριό μας και στην εκκλησία του Αγίου Τίτου στο Παρδί, ενώ στην Κρήτη έργα του κοσμούν και αρκετά άλλα χωριά.
Με αφορμή την τοποθέτηση στην αυλή του Βυζαντινού Μουσείου Αθήνας του γλυπτού του Μανώλη Νουκάκη «Καθιστή Ελευθερία» που μας έκανε γνωστή ο ανιψιός του Αντώνης Νουκάκης, γεγονός που συνιστά μια πολύ σημαντική αναγνώριση της αξίας του καλλιτέχνη, αναφέρω και εγώ κάποια στοιχεία που έχουν όμως σχέση με τα χρόνια της νεότητάς του, την πρώτη περίοδο της επαγγελματικής ενασχόλησης του με τη γλυπτική, και ειδικότερα με το χρονικό διάστημα 1949-1957. Τα αναφερόμενα εδώ επικεντρώνονται γύρω από γλυπτές δημιουργίες του με τις ονομασίες «Αδαμαντία» και «Ανάμνησις» και το ερώτημα που προκύπτει, με βάση φωτογραφίες τους, αν πρόκειται για δυο διαφορετικά γλυπτά ή για ένα και το αυτό γλυπτό που για κάποιο λόγο έφερε δυο διαφορετικά ονόματα, σε δυο διαφορετικές εκθέσεις που παρουσιάστηκε, το 1949 και το 1950.
Ο Μανώλης Νουκάκης, ήδη από τις αρχές της καριέρας του, είχε τραβήξει την προσοχή των καλλιτεχνικών και πνευματικών κύκλων με το έργο του. Τουλάχιστον αυτό συνάγεται από δημοσίευμα που περιέχεται σε τεύχος του δεκαπενθήμερου λογοτεχνικού περιοδικού εκείνης της εποχής «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ», που είχε ιδιοκτήτη – διευθυντή τον συγγραφέα, δημοσιογράφο, σκηνοθέτη και ακαδημαϊκό, Σπύρο Μελά, σκιτσογράφο τον Μίνω Αργυράκη, και εκδιδόταν από τον Εκδοτικό Οίκο Μ. Σαλιβέρου, από το 1948 μέχρι το 1954, με αρχική τιμή -λόγω υπέρμετρου πληθωρισμού- 3.000 δρχ ανά τεύχος (αργότερα η τιμή του έφτασε και τις 7.000 δρχ!). Στο δημοσίευμα αυτό γίνεται αναφορά και στο έργο του Μανώλη Νουκάκη που δεν είχε ακόμη κλείσει τα 30 του χρόνια. Συγκεκριμένα, στο τεύχος υπ’ αριθ. 46, που κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 1950, με τίτλο: «ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ 1950 – Γ’. ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ», ο ίδιος ο Σπύρος Μελάς αξιολογεί έκθεση ζωγραφικής και γλυπτικής που πραγματοποιήθηκε στο Ζάππειο Μέγαρο, τον Δεκέμβριο του 1949 (10/12/1949 – 25/1/1950), από την καλλιτεχνική ομάδα «ΑΡΜΟΣ», σωματείο με 25 μέλη, ένα από τα οποία ήταν και ο Μανώλης Νουκάκης. Στην έκθεση αυτή που εγκαινίασε ο τότε Υπουργός Παιδείας και μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Τσάτσος, συμμετείχαν γλύπτες και ζωγράφοι αρκετοί από τους οποίους κυριάρχησαν τις επόμενες δεκαετίες, ενδεικτικά αναφέρονται ονόματα, όπως: Νέλλη Ανδρικοπούλου, Καίτη Αντύπα, Μίνως Αργυράκης, Λίλη Αρλιώτη, Γιώργος Γεωργίου, Νίκος Εγγονόπουλος, Κλέαρχος
Λουκόπουλος, Αγλαΐα & Μαργαρίτα Λυμπεράκη, Ναταλία Μελά, Γιάννης Μόραλης, Κοσμάς Ξενάκης, Γιάννης Τσαρούχης, Βάσος Φαληρέας και Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, που ήταν και ο Πρόεδρος. Μαζί και ο Μανώλης Νουκάκης, του οποίου φωτογραφία έργου (προφανώς από τα εκθέματα της έκθεσης) περιέχεται στο δημοσίευμα αυτό. Πρόκειται για την προτομή νέας γυναίκας με το όνομα «Αδαμαντία», που είχε κατασκευαστεί από μάρμαρο. Στην τελευταία παράγραφο του δημοσιεύματος, ο Σπύρος Μελάς, αφού σημειώνει ότι από τους γνωστούς γλύπτες της έκθεσης ξεχώρισε ο Βάσος Φαληρέας, αναφέροντας τα γλυπτά και τα σκίτσα με τα οποία συμμετείχε, καταλήγει ως εξής: «Κι’ από τους νεώτερους τα έργα του Γιώργη Γεωργίου, η «κοπέλα του τραγουδιού», η «κόρη του Ορχομενού» και τα «δίδυμα». Θα ήμουν όμως άδικος αν δεν ανέφερα την εργασία του Κλέαρχου Λουκοπούλου, την γλυπτική και τη ζωγραφική και τα έργα του Μανώλη Νουκάκη και προ πάντων το «Γιώργη» (243) τον τόσο εκφραστικό. Με δυο λόγια: Έκθεση πετυχημένη».
Από την αναφορά αυτή του Σπύρου Μελά στον Μανώλη Νουκάκη προκύπτει ότι εκτός από την «Αδαμαντία» ξεχώρισε και το γλυπτό του «Γιώργης», που είχε αριθμό εκθέματος 243.
Μερικούς μήνες αργότερα, η έκθεση του Ζαππείου μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη, σε αίθουσα του Εμπορικού Επιμελητηρίου της πόλης (9-23/5/1950), στην οποία λογικά θα συμμετείχε και ο Μανώλης Νουκάκης. Στα τέλη της ίδιας χρονιάς, ο καλλιτέχνης συμμετείχε και σε έκθεση που έγινε στο Ρέθυμνο με την ευκαιρία των εορτών του ολοκαυτώματος του Αρκαδίου. Αυτό προκύπτει από το υπ’ αριθ. 25457 ψηφιακό τεκμήριο της Βιβλιοθήκης της Εθνικής Πινακοθήκης (απόκομμα δημοσιεύματος της εφημερίδας “Κρητικός Αγώνας Ηρακλείου”, με ημερομηνία τεκμηρίου: 17/12/1950). Το δημοσίευμα, στο οποίο δεν αναγράφεται το όνομα του συντάκτη του, έχει τίτλο: «ΚΡΗΤΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ: Ο ΓΛΥΠΤΗΣ ΜΑΝΩΛΗΣ ΝΟΥΚΑΚΗΣ». Σε αυτό αναφέρεται ότι ο καλλιτέχνης «Ξεκίνησε από τις Κουρούτες του Αμαριού όπου βόσκοντας τα πρόβατα του πατέρα του σκάλιζε τις ώρες της σχόλης του πάνω σε ξύλο ή σε μαλακή πέτρα διάφορες παραστάσεις». Στη συνέχεια, η μετακίνησή του αρχικά στο Ηράκλειο, και αργότερα στην Αθήνα, με τη βοήθεια του εφόρου αρχαιοτήτων Σπυρίδωνα Μαρινάτου που διείδε το ταλέντο του και τον ενθάρρυνε να συνεχίσει, η φοίτησή του στη Σχολή Καλών Τεχνών «της οποίας έγινε ένας από τους άριστους σπουδαστές», καθώς και ότι το 1948 πήρε μέρος για πρώτη φορά σε Πανελλήνια έκθεση όπου το ταλέντο του έγινε αμέσως αισθητό. Στο δημοσίευμα υπάρχει και μια φωτογραφία που τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως φαίνεται να είναι της γυναικείας προτομής που στην έκθεση του Ζαππείου ένα χρόνο νωρίτερα είχε το όνομα Αδαμαντία, η οποία όμως αυτή τη φορά φέρει διαφορετικό όνομα. Στη λεζάντα κάτω από τη φωτογραφία αναγράφεται:
«“Ανάμνησις” ένα από τα εξαιρετικά έργα του Καλλιτέχνου Μανώλη Νουκάκη».
Υπάρχουν δυο εκδοχές:
Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή, δεν πρόκειται για το ίδιο γλυπτό, αλλά για όμοιο ή σχεδόν όμοιό του, που έφτιαξε ο καλλιτέχνης πιθανώς επειδή το αρχικό
που είχε ξεχωρίσει ιδιαίτερα στην πρώτη έκθεση του «ΑΡΜΟΥ» δεν βρισκόταν πια στην κατοχή του. Φυσικά, ο καλλιτέχνης δικαιούται να δημιουργήσει αντίγραφο δικού του έργου στο πλαίσιο προώθησης της δουλειάς του ή για προσωπική του απόλαυση, αλλά και για άλλους λόγους, π.χ. όταν κάποιο έργο του που έχει κάνει μεγάλη αίσθηση στο φιλότεχνο κοινό περάσει στην κατοχή κάποιου ο οποίος το προορίζει για θέαση ενώπιον λίγων και εκλεκτών και οι πολλοί δεν μπορούν να το απολαύσουν. Άλλωστε και στη μουσική που είναι μια άλλη μορφή τέχνης, ένα έργο δεν κυκλοφορεί μόνο σε έναν δίσκο, αλλά σε χιλιάδες ή και εκατομμύρια δίσκους για να φτάσει και να προσφέρει απόλαυση σε όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο. Ο Μανώλης Νουκάκης, αν η «Αδαμαντία» δεν βρισκόταν πια στην κατοχή του, και με δεδομένη τη μεγάλη αίσθηση που είχε κάνει, είναι λογικό να ήθελε να το δουν και οι συμπατριώτες του στην Κρήτη, κατά τη διάρκεια της έκθεσης για το Αρκάδι, στην οποία είχε την πρόθεση να συμμετάσχει, όπως και έκανε τελικά.
Εκ πρώτης όψεως δεν προκύπτει εμφανής διαφοροποίηση, τουλάχιστον κατά τη δική μου οπτική, στη σύγκριση μεταξύ των δυο φωτογραφιών, πέρα από τη διαφορά στην ευκρίνειά τους, αφού στην φωτογραφία της «Αναμνήσεως» διακρίνονται καλύτερα οι λεπτομέρειες του γλυπτού. Με προσεκτικότερη παρατήρηση ίσως δίνεται η εντύπωση μιας ελάχιστης διαφοράς στη γωνία λήψης των φωτογραφιών, διαπιστώνεται ένα μαύρο σημαδάκι στην άκρη του κάτω χείλους της «Αναμνήσεως» που δεν διακρίνεται στη φωτογραφία της «Αδαμαντίας» και θα μπορούσε να οφείλεται και σε ατέλεια της φωτογραφίας, ενώ στο δεξί κάτω μέρος της προτομής της «Αναμνήσεως» -όπως τη βλέπουμε στην φωτογραφία- φαίνονται να διακρίνονται αμυδρά κάποια χαραγμένα ψηφία, όμως μέσω της φωτογραφίας αυτής είναι πολύ παρακινδυνευμένη οποιαδήποτε απόπειρα αποκρυπτογράφησής τους. Ίσως υπάρχουν και άλλες διαφορές μεταξύ των δυο απεικονίσεων που δεν μπορούν να διαπιστωθούν εύκολα με την εξέταση των συγκεκριμένων φωτογραφιών.
Σύμφωνα με την δεύτερη εκδοχή, πρόκειται για το ίδιο γλυπτό. Σχετικά με την εκδοχή αυτή, η εξήγηση που μπορώ να δώσω ως την πλέον πιθανή είναι πως ο Μανώλης Νουκάκης προέβη σε αυτή την αλλαγή ειδικά για την έκθεση για το Αρκάδι, θέλοντας να υποδείξει και να στρέψει την προσοχή των επισκεπτών της έκθεσης στο μείζον γεγονός που ήταν ο εορτασμός της επετείου για την εθελοθυσία των ηρωικών υπερασπιστών του Αρκαδίου και σε τελική ανάλυση η ανάμνηση (δηλ. η επαναφορά στη μνήμη των συγχρόνων του), ακριβώς αυτής της θυσίας, και όχι στο έλασσον που ήταν η ίδια η καλλιτεχνική έκθεση. Πάντως, είναι αλήθεια ότι μετονομασίες καλλιτεχνικών έργων συμβαίνουν για διάφορους λόγους. Γνωστή περίπτωση μετονομασίας έργου που μου έρχεται στο μυαλό είναι ο «Δρομέας» του γλύπτη Κώστα Βαρώτσου που βρίσκεται απέναντι από το ξενοδοχείο Hilton της Αθήνας, το οποίο αρχικά είχε την ονομασία «Ξένος».
Στο περί ου ο λόγος δημοσίευμα του Κρητικού Αγώνα Ηρακλείου αναφέρεται ότι τα έργα με τα οποία συμμετείχε στην έκθεση του Ρεθύμνου ο Μανώλης Νουκάκης «προσέχτηκαν πολύ και γράφτηκαν γι’ αυτά πολύ κολακευτικά
λόγια». Το πολύ τιμητικό για τον καλλιτέχνη δημοσίευμα κλείνει ως εξής: «…ο Νουκάκης καθημερινώς ανεβαίνει κατακτώντας την Τέχνη και πλάι στον Γιάννη Κανακάκη, τον Νίκο Σοφιαλάκη και τον Βάσο Γεωργιάδη τιμά την ιδιαιτέρα του Πατρίδα την Κρήτη».
Η θεωρούμενη ως πρωτοποριακή για εκείνη την εποχή καλλιτεχνική ομάδα «ΑΡΜΟΣ» αποδείχθηκε μια ένωση καλλιτεχνών που κατά κάποιο τρόπο δεν επιβεβαίωσε για πολλά χρόνια τη σημασία του ονόματός της, αφού λίγα χρόνια μετά από τη δημιουργία της εμφιλοχώρησαν έριδες μεταξύ των μελών της, κυρίως λόγω της αποκαθήλωσης του έργου του Τσαρούχη «Σύνθεσις με γυμνό τη νύχτα», από τη 2η έκθεση του «ΑΡΜΟΥ» που έγινε και πάλι στο Ζάππειο από 10/12/1952 – 10/1/1953 και στην οποία συμμετείχε ξανά ο Μανώλης Νουκάκης. Το έργο του Τσαρούχη αποσύρθηκε από την έκθεση με ενέργειες της Αστυνομίας, επειδή θεωρήθηκε προκλητικό. Τελικά, λίγο καιρό μετά από αυτό το περιστατικό, ο «ΑΡΜΟΣ» έπαψε σιωπηρά τη δραστηριότητά του, μάλλον την Άνοιξη του 1953. Βλέπετε, εκείνα τα δύσκολα μετεμφυλιακά χρόνια, η ελευθερία της έκφρασης δεν ήταν στα καλύτερά της στην Ελλάδα και φυσικά αυτό δημιουργούσε προβλήματα και στους τομείς της Τέχνης.
Όσο για το ερώτημα αν το έργο του Μανώλη Νουκάκη που εικονίζεται στην «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ» είναι διαφορετικό έργο ή το ίδιο έργο με διαφορετικό όνομα, σε σχέση με το έργο που εικονίζεται στο δημοσίευμα του «Κρητικού Αγώνα Ηρακλείου», μέχρι να απαντηθεί, ο καθένας μπορεί να βγάλει το δικό του συμπέρασμα, μελετώντας και συγκρίνοντας τις φωτογραφίες, της «Αδαμαντίας» που περιλαμβάνεται εδώ και της «Αναμνήσεως» που υπάρχει αναρτημένη στην ιστοσελίδα της Βιβλιοθήκης της Εθνικής Πινακοθήκης: https://library.nationalgallery.gr/el/el_1930195065_00004_0001.html
ΠΗΓΕΣ – ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Η φωτογραφία της «Αδαμαντίας» είναι από τη σελ. 72 του τεύχους με αριθ. 46 του περιοδικού «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ» (1950).
2. Ο Μανώλης Νουκάκης, όπως και αρκετά από τα υπόλοιπα μέλη του «ΑΡΜΟΥ», συμμετείχαν και στην Δ’ Πανελλήνια Καλλιτεχνική Έκθεση του Ζαππείου (Απρίλιος – Μάιος 1952). Στη σελ. 29 της λίστας καλλιτεχνικών εκθεμάτων της έκθεσης, που έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδας: http://www.eete.gr/Emuseum/PDF/E00188.pdf υπάρχουν τα τρία έργα της συμμετοχής του.
Λίγα χρόνια αργότερα συμμετείχε και στην Ε’ Πανελλήνια Καλλιτεχνική Έκθεση του Ζαππείου (Μάιος – Ιούνιος 1957) και μάλιστα διακρίθηκε, όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Ακρόπολις», με ημερομηνία 20-7-1957, το οποίο υπάρχει στην ιστοσελίδα της Βιβλιοθήκης της Εθνικής Πινακοθήκης: https://library.nationalgallery.gr/el/el_1957287_00001_0001.html
Στην Ε’ Πανελλήνια Καλλιτεχνική Έκθεση του Ζαππείου συμμετείχαν, επίσης, ο περίφημος αγιογράφος, ζωγράφος και συγγραφέας Φώτης Κόντογλου και ο γνωστός Κρητικός σκηνοθέτης Νίκος Κούνδουρος. Στη σελ. 28 της λίστας καλλιτεχνικών εκθεμάτων της έκθεσης, που έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδας: http://www.eete.gr/Emuseum/PDF/E00187.pdf υπάρχουν τα δυο έργα της συμμετοχής του Μανώλη Νουκάκη, το ένα από τα οποία ονομάζεται «Θεοδώρα».
Επειδή το παρόν κείμενο δεν αφορά σε συνολικό απολογισμό της πορείας του καλλιτέχνη, περιορίζομαι να αναφέρω τις εκθέσεις αυτές, τις οποίες διαπίστωσα κατά τη συγκέντρωση της ύλης του κειμένου. Ο Μανώλης Νουκάκης φυσικά συμμετείχε και σε άλλες εκθέσεις κατά τη διάρκεια της καριέρας του.
3 Για να γίνει κατανοητό πόσο ψηλά τοποθετείται ως καλλιτεχνική αξία ο Μανώλης Νουκάκης στο δημοσίευμα του Κρητικού Αγώνα Ηρακλείου, αναφέρω λίγα λόγια σχετικά με τους υπόλοιπους τρεις Κρητικούς καλλιτέχνες με τους οποίους ουσιαστικά κατατάσσεται στην ίδια κατηγορία: Ο Γιάννης Κανακάκης (1903-1978), είναι ο γλύπτης που έφτιαξε τον ανδριάντα του Κωστή Γιαμπουδάκη στην Πλατεία Τεσσάρων Μαρτύρων του Ρεθύμνου, ο Νικος Σοφιαλάκης (1914-2002) είχε κερδίσει το πρώτο βραβείο Γλυπτικής το 1944 για το έργο του «Μητρότητα», μετά τη γνωριμία του με τον Νίκο Καζαντζάκη υλοποίησε ιδέες του μεγάλου λογοτέχνη για γλυπτά, ενώ δικό του έργο είναι η προτομή του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου στο ομώνυμο πάρκο του Ηρακλείου. Ο Βάσος Γεωργιάδης (; -1970) είναι ο δημιουργός του αγάλματος του Ελευθερίου Βενιζέλου στην Πλατεία Δικαστηρίων των Χανίων.
4 Περισσότερες πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του Μανώλη Νουκάκη, περιλαμβάνονται στο κείμενο του Αντώνη Νουκάκη, με τίτλο: «ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΛΥΠΤΗ ΜΑΝΩΛΗ ΝΟΥΚΑΚΗ (1920-2010)», το οποίο δημοσιεύτηκε στο φύλλο με αριθ. 101 (Ιαν.-Φεβρ.-Μάρτ. 2011) της εφημερίδας «Αμαριώτικη Φωνή», στην ιστοσελίδα: https://omospamari.gr/efimerida/fyl-101-ian-fev-mar-11/ ή στην ιστοσελίδα: https://issuu.com/omospamari/docs/101?utm_medium=referral&utm_source=omospamari.gr
5 Περισσότερες πληροφορίες για την καλλιτεχνική ομάδα «ΑΡΜΟΣ» περιλαμβάνονται στο κείμενο του Ευγένιου Δ. Ματθιόπουλου, με τίτλο: «Η λογοκρισία του γυμνού στην τέχνη», που έχει αναρτηθεί στο διαδικτυακό τόπο του Παντείου Πανεπιστημίου, στην ιστοσελίδα: https://openeclass.panteion.gr