Ο Αρχηγός Καπετάν Μητροφάνης Καλογεράκης,
στους τιμώμενους Ήρωες από την επιτροπή «Ελλάδα 2021»
Ευτύχιος Σ. Καλογεράκης
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Καπετάν Μητροφάνης Καλογεράκης (1798-1829).
Ο θρυλικός Αρχηγός Καπετάν Μητροφάνης Καλογεράκης, από τον Άι-Γιάννη Αμαρίου, ήταν από τους σημαντικούς Κρητικούς αρχηγούς του 1821. Τιμώμενος από την επιτροπή «Ελλάδα 2021», για τα 200 χρόνια της επανάστασης του 1821, προκάλεσε τριβές στους πολιτικούς, για την απεικόνισή του, εν όψει των εορτασμών. «Η Εφημερίδα των Συντακτών» αναφέρει τη διαφωνία του βουλευτή Χανίων κ. Π. Πολάκη με τη Γιάννα Αγγελοπούλου, για τη μη αξιοπρεπή κατά τη γνώμη του, απεικόνιση του μεγάλου ήρωα στους τιμώμενους οπλαρχηγούς της Κρητικής επανάστασης του 1821. Αναφέρει η εφημερίδα: «Άνω – κάτω πάλι ο ΣΥΡΙΖΑ με τον Πολάκη. Ας τον στείλουν λοιπόν μια και καλή στη Γιάννα να τελειώνουμε. Από τις 200 «προτάσεις» που δέχτηκε από «τοπικούς παράγοντες» η πρόεδρος της Επιτροπής για το 2021, η φωτογραφία του Καπετάν Μητροφάνη (Καλογεράκη)….», δεν θεωρήθηκε επάξια του ιστορικού του βάρους, από το Βουλευτή.
Είναι γεγονός ότι και η απεικόνιση αυτών των μεγάλων μορφών θέλει προσοχή, για να είναι όσο δυνατόν κοντά στην πραγματικότητα με βάση τις μαρτυρίες των απογόνων τους για τα βασικά χαρακτηριστικά τους και να απεικονίζει ρεαλιστικά, τη σωματοδομή τους, αλλά και το εθνικό, ιστορικό και μαρτυρικό τους εκτόπισμα και όχι απεικονίσεις φανταστικές, που υποτιμούν τους ήρωες και δεν σχετίζονται με τη ρωμαλέα από κάθε άποψη μορφή τους.
Όμως η ουσία δεν είναι μόνο εκεί αλλά στην προσωπικότητα του εθνομάρτυρα και την επική του δράση. Στην πραγματικότητα είναι ο Αθανάσιος Διάκος της Κρήτης, ως προερχόμενος και αυτός από Μοναχούς και από τους ελάχιστους ήρωες του 1821 με αυτό το συνολικά ιδιαίτερο και μοναδικό ιστορικό θανάτου.
Υπάρχουν πολλές καταγεγραμμένες πηγές-μαρτυρίες, γραπτές και προφορικές, της ζωής, των ανδραγαθημάτων, του μαρτυρικού του θανάτου, από ανθρώπους που έζησαν τα γεγονότα, ή τα πληροφορήθηκαν από αυτούς που τα έζησαν. Στοιχεία της δράσης του αναφέρουν αρκετοί λόγιοι και ιστορικοί, όπως: Ο λόγιος Γιατρός Γ. Ανδρεδάκης (1860-1933), ο Επιθεωρητής Εκπαίδευσης Κρήτης Γενεράλης (1860-1943), ο ιστορικός Ι. Μουρέλος (1886-1963). Υπάρχουν επίσης δύο ιστορικά έγγραφα του 1823 με την υπογραφή του. Είναι αξιοθαύμαστοι οι χαρακτηρισμοί που του αποδίδουν οι ιστορικοί αυτοί, που ούτε συγχωριανοί, ούτε συγγενείς του ήταν, όπως: «Μητροφάνης διακεκριμένος επ’ ανδρεία». «Ο ηρωϊκώτατος αρματολός και Αρχηγός Μητροφάνης… προ του 1821 είχε διαπράξει πολλά κατά των Γιαννιτσάρων και κατατρομάξει αυτούς…Οι Γιαννιτσάροι μανιωδώς επεδίωκον την καταστροφήν του….Κατά δε την Επανάστασιν του 1821 πολλά εξετέλεσεν ανδραγαθήματα εν Κρήτη διατηρών ίδιον σώμα πολεμιστών….ο Μητροφάνης με τους επιλέκτους άνδρας του μετέβη εις Πελοπόννησον λαβών μέρος εις πολλάς μάχας κατά των Τούρκων μέχρι του 1827….πληροφορηθέντες οι εν Ηρακλείω Αμπαδαίοι την άφιξίν του τα μέγιστα εθορυβήθησαν. Αμέσως δε εις διαβούλια απεφάσισαν την εξαφάνισίν του….Σπεύσαντες δε έφερον το τρόπαιόν των(το κεφάλι του) εις Ηράκλειον όπου οι Τούρκοι επανηγύρισαν δια το γεγονός».
Επίσης πολλές μαρτυρίες διέσωσαν οι απόγονοί του, αλλά και συγχωριανοί του, που συμφωνούν με μικρές διαφοροποιήσεις, συμβατές πάντα με τα ιστορικά γεγονότα, αλλά και συμπληρώνουν τα πολλά ανδραγαθήματά του, όπως: ο ανιψιός του Ιωάννης Εμμ. Καλογεράκης(1832-1904) και η Καλογερογιάννενα (1835-1920), τα 9 παιδιά τους, όπως ο Μιχάλης Ι. Καλογεράκης (Καράκαλος) (1878-1946),ο Νικόλαος Ι. Καλογεράκης (1879-1911), ο Σταύρος Ι. Καλογεράκης (1885-1976), ο εγγονός τους, Στελιανός Ν. Καλογεράκης (Κατσαντωνιά)(1907-2008) και άλλοι χωριανοί του, όπως ο Ελευθέριος Μαριδάκης (Λευτεράκης) (1878-1965) κ.ά., των οποίων οι μαρτυρίες έχουν καταγραφεί, αποτελώντας ένα αρμονικό, αυθεντικό, αξιόπιστο, πολυποίκιλο και διασταυρούμενο ιστορικό σύνολο. Είναι από τους ελάχιστους Κρητικούς Αρχηγούς του 1821, που υπάρχουν τόσο πολλές και από διαφορετικές πηγές μαρτυρίες.
Ο Καπετάν Μητροφάνης από 18 ετών κρατούσε το τουφέκι, πολεμούσε τους Τούρκους και τιμωρούσε τους αδίστακτους, αιμοβόρους, και κτηνώδεις Αμπαδιώτες Γενίτσαρους, για τις βιαιότητες και τα εγκλήματά τους. Μεθούσε πολεμώντας τους, από την οργή και τη δίκαιη αγανάκτηση εναντίον τους, για τις φρικώδεις πράξεις τους. Εκστασιαζόταν τιμωρώντας τους. Το κρητικό γιαταγάνι του θέριζε αμείλικτα, σαν πύρινη ρομφαία, Γενίτσαρους (Τούρκοι στρατιώτες από εξισλαμισμένους Έλληνες), μπουρμάδες-μουρτάρηδες (εξισλαμισμένοι Κρήτες), Μπέηδες (Τούρκοι ηγεμόνες-διοικητές), Αγάδες (Τούρκοι άρχοντες), Εσπέχηδες (Τούρκοι φεουδάρχες τσιφλικάδες), Νιζάμηδες (Τούρκοι στρατιώτες), Σπαχήδες (Τούρκοι ιππείς), Μπασιμπουζούκους (άτακτοι, αιμοβόροι, τούρκοι πλιατσικολόγοι), Ζαμπίτηδες (Τούρκοι αστυνομικοί) Σουμπάσηδες (Τούρκοι αγροφύλακες) και περιόριζε έτσι τις ασυδοσίες και τις βδελυρές πράξεις των τυράννων.
Αγωνιζόταν νύχτα-µέρα για τη λευτεριά. Έμπαινε στη φωτιά της μάχης και στον κίνδυνο χωρίς να λογαριάζει τη ζωή του. Πείνασε, δίψασε, δεν κοιµήθηκε ήσυχα. Λαγοκοιμόταν, διαρκώς μετακινούμενος, με το χέρι στη σκανδάλη, σε ετοιμότητα για να μην πέσει σε ενέδρες, πάντα κυνηγημένος όσο ζούσε. Είδε συγγενείς του να σκοτώνονται, αδέρφια του να τυραννιούνται και τα παιδιά τους να ξεψυχάνε μπροστά τους. Δεν ανεχόταν να βλέπει τις Κρητικοπούλες να ξευτελίζονται, να βιάζονται, να αρπάζονται και να σέρνονται στα σκλαβοπάζαρα και στα σεράγια των Πασάδων. Να τις αναγκάζουν να χορεύουν ημίγυμνες στο ρόβι, στα σκάγια και στα χυμένα λάδια, στους οντάδες των Γενιτσαραγάδων. Δεν μπορούσε να μένει απαθής, με όποιο τίμημα και κόστος, βλέποντας τους Χριστιανούς να μην έχουν κανένα δικαίωμα στη ζωή, στα παιδιά, στις γυναίκες τους, στην περιουσία τους. Να τους βασανίζουν απάνθρωπα, να τους θεωρούν κατώτερης αξίας και από τα ζώα, να τους σκοτώνουν για διασκέδαση στο μπαϊράμι. Όλα αυτά τον έκαναν να πιστεύει και να εφαρμόζει το «Τούρκος καλός μόνο νεκρός». Τα παλικάρια του επίλεκτα, γιατί τέτοια μόνο μπορούσαν να συνοδεύουν και να αντέχουν τη δράση του.
Οι Τούρκοι και μόνο στο άκουσμα του ονόματός του ή την πληροφόρηση της παρουσίας του στην περιοχή, καταλαμβανόταν από πανικό και τρόμο. Αλλόφρονες από δειλία, κρυβόταν, εξαφανιζόταν, έφευγαν μίλια μακριά. Μαζεύονταν στα μεγάλα κάστρα των Κρητικών πόλεων για προστασία, γιατί γνώριζαν τι τους περιμένει. Τα ανδραγαθήματα και η φήμη του, είχαν εξάψει την φαντασία και το φόβο τους, προκαλώντας τους κρίση πανικού και ρίγος θανάτου. Τον φαντάζονταν σαν ένα μυθικό γίγαντα, που κατακρεουργούσε ανθρώπους, που ήταν ανίκητος και δεν τον σκότωναν τα βόλια. Ήταν γι’ αυτούς, ο ίδιος και οι επίλεκτοι άνδρες του, σαν το εφτακέφαλο θεριό της αποκάλυψης που σκορπίζει τον όλεθρο και την καταστροφή στο πέρασμά του, το οποίο όσο το χτυπάς δυναμώνει και θεριεύει. Είχε αναδειχθεί προστάτης, στήριγμα, καταφυγή, των κατατρεγμένων, αδικημένων, εξουθενωμένων ραγιάδων, από τις ωμότητες και βιαιοπραγίες των απάνθρωπων τυράννων.
Το μένος του κατά των Τούρκων, ο πόνος του για τα δεινά που προκαλούσαν, τον οδήγησε και στη συνέχιση του αγώνα του στην Πελοπόννησο με τους άνδρες του, μετά την καταστολή της Κρητικής επανάστασης από τον Ιμπραήμ. Ήταν γεννημένος για δράση. Δεν μπορούσε να μένει σε νάρκη. Στο λιοντάρι δεν ταιριάζει, δεν αντέχει, το κλουβί. Η Κρήτη πλέον δεν τον χωρούσε.
Ήταν τόση η ικανότητα, η γενναιότητα, το θάρρος του στο πεδίο της μάχης, η δόξα που απόκτησε, ώστε 24 ετών αναδεικνύεται ήδη Αρχηγός επαναστατικών σωμάτων, πράγμα πολύ σπάνιο στην επανάσταση του 1821. Ήταν η εποχή κατά την οποία τις προαγωγές και την αρχηγία την έπαιρνες χωρίς ηλικιακό κριτήριο, από τους συναγωνιστές σου, με βάση τις ηγετικές σου ικανότητες, την αυτοθυσία, το θάρρος, τη γενναιότητα, την ωριμότητα, την εμπιστοσύνη που ενέπνεες στους πολεμιστές στις δύσκολες περιστάσεις και όχι με χαρτιά και αποφάσεις άλλων, άσχετων με την σκληρή και αδυσώπητη πραγματικότητα της τουρκοκρατίας ή με ευτελή πολιτικά κριτήρια χωρίς αντίκρισμα.
Για όλο αυτό το μεγαλειώδη αγώνα του κυνηγήθηκε ανελέητα, καταδιώχθηκε απηνώς παντού και σφάχθηκε σαν αρνί, τραυματισμένος και ζωντανός, κατά κάποιες πηγές, κατά άλλες είχε ξεψυχήσει. Το κεφάλι του οι Τούρκοι το πηγαίνουν στη μάνα του στο χωριό του, για να λάβουν ως απάντηση, όχι κλάματα, οδυρμούς και μαλλιοτραβήγματα, αλλά τα λόγια μιας πραγματικής μάνας ήρωα: «Ποιος σκύλοι δεν γνωρίζει την κεφαλήν του παιδιού του; Μα τι θαρρείτε; πως εσκοτώσετε τον Μητροφάνη θα χαθή η Χριστιανότης; όχι δεν χάνεται», δείχνοντας έτσι ποιάς ρίζας βλαστός ήταν ο Καπετάν Μητροφάνης. Θυμίζει η στάση της αυτή, την άλλη σύγχρονή της ηρωΐδα του 1821, την Μπουμπουλίνα, η οποία, όταν μετά τη μάχη και την κατάληψη του Άργους, είδε σκοτωμένο το γιο της, αφού σκότωσε όσους τραυματίες Τούρκους ήταν γύρω του, στέλνει μήνυμα στην επαναστατική Διοίκηση, γράφοντας: «Ο γιος μου σκοτώθηκε, αλλά πήραμε το Άργος». Τέτοια ψυχή, τέτοιο φρόνιμα είχαν αυτές οι μάνες των Ηρώων και εθνομαρτύρων. Όχι απλά ανδρικό αλλά ηρωικό.
Η γενιά του πάντα τον είχε καύχημα και κλέος της, καμάρωνε για τον πρόγονό της, προβάλλοντας τον ως πρότυπο, που επηρέαζε τα μέλη της. Την κάτω ρούγα των Καλογερήδων του Άι-Γιάννη την ονόμαζαν Μητροφανέικα οι παλιοί και τις ζωηρές αντρογυναίκες της οικογένειας Μητρορφάνενα. Η οικογένεια του, μέχρι και σήμερα, δίνει το όνομά του σε μέλη της, όπως αξίζει στους ήρωες. Ο παπά Στυλιανός Ν. Καλογεράκης (Θεολόγος) και η σύζυγός του Κατερίνα (Φυσικός), πριν 12 χρόνια έδωσαν στον πέμπτο γιό τους το όνομα Μητροφάνης, έβδομη γενιά μετά τον Καπετάν Μητροφάνη, σαν ελάχιστο φόρο τιμής.
Κλίνουμε ευλαβικά το γόνυ της ψυχής στην ηρωική θυσία του, στην προσφορά, στη φιλοπατρία, στην περιπετειώδη ζωή του, στη ζοφερή εκείνη εποχή, που αν και όλα «τ’ σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά», εκείνος ύψωσε το ανάστημά του και έγινε ένας αγέρωχος, ατρόμητος και ηγεμονικός «μπροσταρόκριος» στους αγώνες και στους κινδύνους. Αξίζει κάθε τιμής, ύμνου και προβολής, ως πρότυπο αυτοθυσίας, θάρρους, αντρειοσύνης και αγωνιστικότητας, χάριν του πολυβασανισμένου Κρητικού λαού.