(Γράφει η ΣΜΑΡΑΓΔΗ ΚΟΥΜΕΝΤΑΚΗ )
Για δεύτερη φορά χτύπησε η πένθιμη καμπάνα στην Πατσό μέσα σε λίγες μέρες και πάλι στην οικογένεια των Κουμεντάδων.
Δεν πρόλαβε να στεγνώσει το χώμα που δέχτηκε τη μάνα μου κι άλλος ένας λάκκος άνοιξε παραδίπλα για να αγκαλιάσει τον θείο μου τον Γιώργη.
Τον θυμάμαι πάντα να σκαλίζει τα περβόλια, τα λιόφυτα, τη χέρσα γη που κάρπιζε στα χέρια του.
Μα δεν έσκαβε μόνο τη γη ο θείος μου ο Μπόρης. Ξεσκαλίζοντας και την ψυχή του ανακάλυψε μια φλέβα αγάπης, που ξεχείλιζε για τη μοναχοθυγατέρα του, τη Μαριώ, αυτή που διάλεξε για να αγαπήσει, όσο κανέναν άλλο στη ζωή! Ο Θεός μπορεί να του στέρησε τη χαρά να αποκτήσει δικό του παιδί, ο ίδιος όμως κόντρα στη φύση του και τους καιρούς αποφάσισε να μην μείνει άκληρος! Έδωσε κι έλαβε αγάπη περίσσια και υποδειγματική μεγαλώνοντας έναν άνθρωπο σωστό κι αξιαγάπητο, άξιο μέλος της κοινωνίας μας.
Μοναχικός καβαλάρης ήσουν στη ζωή, θείε, μα τώρα εκεί στο πρόβαλμα, έχεις πολλούς δικούς σου να ανταμώσεις.