Ελιγοστέψανε πάλι οι μόνιμοι κάτοικοι του Άη Γιάννη, με το φευγιό του σημερινού αναχωρητή, σ’ άλλη γη και σ’ άλλα μέρη. Μα δεν είναι κουκιά να τα μετρούμε. Είναι ψυχές αθρώπων, είναι οι δικοί μας αθρώποι. Πολύ περισσότερο μάλιστα, που ο σημερινός μετοικήσας δεν ήτονε τυχαίος, δεν ήτονε όποιος κι όποιος. Ήτονε «ο Γιάννης τ’ Αδαμάκη», όπως τον προσδιορίζαμε, ο σωφέρης, ο Γιάννης ο Παραδεισανός.

   Κλώνος της μεγάλης και ιστορικής οικογένειας των Παραδεισανήδων, των προερχόμενων από τον οικισμό Παραδείσι των Μελάμπων, αλλά και της ιστορικής και θρησκευτικής οικογένειας των Λίμηδων. Παιδί πολυμελούς οικογένειας, του Αδαμάκη και της Ζαφειρένιας, γεννήθηκε το Γενάρη του 1921 και κληρονόμησε τα χαρίσματα των γονιών του και κυρίως, τη σεμνότητα, την τιμιότητα και την εργατικότητα.

    Έχοντας αποκομίσει τεχνικές γνώσεις από το στρατό, αμέσως μετά ταυτίστηκε με τις μεταφορές και ιδιαίτερα με το φορτηγό του, προκειμένου να συμπληρώνει το μεροκάματο για την επιβίωση της οικογένειάς του. Χωρίς να εγκαταλείψει ποτέ τις αγροτικές δουλειές, δούλευε παράλληλα και στις μεταφορές, με τη μανιβέλα, στους χωματόδρομους, έχοντας απόλυτο συμπαραστάτη, μια Αρχόντισσα του Άη Γιάννη, την καλοσυνάτη συντρόφισσα της ζωής του Γαρεφαλίτσα, με την οποία δημιούργησε μια πολυμελή και αξιοζήλευτη οικογένεια. Συμπορευτήκανε για πολλά χρόνια, ώσπου ο Χάροντας την αποστέρησε, άδικα και πρόωρα κι από κείνον και από τα παιδιά του. Έμεινε μόνος, μα δεν τό ’βαλε κάτω και πάλεψε σκληρά με τη μοναξιά του. Πάλεψε και με το Χάροντα και χθες, τ’ Άγιου Φανούργιου, τον κέρδισε στα ενενηντατέσσερά του χρόνια.

   Γερμανομπαρουτοκαπνισμένος, αγαπητός σε όλους, αξιοπρεπής, λεβέντης, μερακλής, με πλούτο γνώσεων που πρόσφερε απλόχερα σε όλους. Μια ξεχωριστή προσωπικότητα του Άη Γιάννη, με πολλά προτερήματα και κυρίως με τη σοφία των λόγων και των πράξεών του, συμμετείχε πάντα και πρωτοστατούσε στα κοινά. Και όλα τούτα τα χαρίσματα, είναι ακριβή κληρονομιά στα παιδιά του και στα εγγόνια του. Μόλις προχθές του είπα : « Αξιώθηκες να δεις και Δήμαρχο Αμαρίου το γιό σου τον Αδάμ και είναι μεγάλη τιμή για όλους μας» κι  εκείνος μου απάντησε : «Μεγάλη τιμή, μα και μεγάλη ευθύνη» και αυτό τα λέει όλα.

   Γυρνώντας πίσω στη δεκαετία του 1950, τί να πρωτοθυμηθώ ; Το Γιάννη, με το φορτηγό που λάτρευε και το συντηρούσε σαν τα παιδιά του ; Το Γιάννη, που εξυπηρετούσε όλο το χωριό και σιγά-σιγά όλο το Αμάρι, μεταφέροντας κυρίως λάδια στους λαδέμπορους του Ρεθέμνους, μα και τα βουργίδια στα δασκάλια του Γυμνασίου, αλλά και να κάνει ένα σωρό παραγγελιές όλων των Αηγιαννιωτών ; Η τσέπη του ήτονε πάντα γεμάτη χαρτάκια με παραγγελιές κι η ψυχή του πάντα γεμάτη καλοσύνη, να μην ξεχάσει καμιά και να εξυπηρετήσει τους πάντες. Κι εμείς, τα μαθητούδια του Ρεθέμνους τον περιμέναμε, πως και πως, να μασε φέρει το βουργίδι με τα βρισκούμενα των γονιών μας και κανένα χαρτζιλίκι να περάσομε και πολλές φορές το χαρτζιλίκι ήτονε από τα δικά του λεφτά, δανεικά.

   Πριν λίγες μέρες κοίταζα τα μακριά, λιανεμένα  δαχτύλια των χεριών του και αναρωτήθηκα : «Πόσα βαρέλια λάδι ετσουρήσανε αυτά τα δαχτύλια, σε κατηφόρες κι ανηφόρες του χωριού και στα γυροχώριουλα και τα φορτοξεφορτώσανε ; »

   Για όλα τούτα  τον ευγνωμονούμε, δεν μας επιτρέπεται να τα ξεχάσομε και ό,τι κι αν πούμε είναι λίγα.

   Στέλιο, Αδάμ, Μιχάλη και Αφρούλα, να είστε υπερήφανοι για τον πατέρα σας.

 

 «Έσβυσ’ ο Φάρος του χωριού και τσ’ Αμπαδιάς τ’Αστέρι,

  στην αρχοδιά και στην πρεπειά, ποτέ δεν είχε ταίρι.»

 

   Γιάννη, καλοστραθιά, άμε στο καλό.

                   

                     Άη Γιάννης 28 Αυγούστου 2014                                         Σταύρος Φωτάκης

Αριθμός Προβολών: 6